.
.
Έλα, πουλί μ’, ας σα μακρά

Η φοτά σ’ κοσ̌κινίεται

Η φοτά σ’ κοσ̌κινίεται
fullscreen
Η φοτά σ’ κοσ̌κινίεται
άμον θάλασσας κύμαν
Τ’ άσπρον την ψ̌η σ’ εζέλεψα,
πασ̌κείμ’ ντ’ εποίκα κρίμαν;

Τη θάλασσας τα κύματα
ακούγω και τρομάζω
Όντες κρούει τ’ αρνόπο μ’ σου νου μ’
κλαίω κι αναστενάζω

Θάλασσα με τα κύματα σ’,
δος και τ’ αρνί μ’ λαλίαν
Πέει͜ ατο αναμέν’ν’ ατο
ομμάτα̤ σεβνταλία
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλευση
άμονσαν, όπως, καθώς ἅμα
αναμέν’ν’περιμένουν
αρνόποαρνάκι, χαϊδευτική προσφώνηση γυναίκας
δοςδώσε
εζέλεψαζήλεψα
εποίκαέκανα, έφτιαξα ποιέω-ῶ
κοσ̌κινίεταικοσκινίζεται, κουνιέται σαν κόσκινο κόσκινον
κρούειχτυπάει κρούω
λαλίανλαλιά, φωνή
ομμάτα̤μάτια
όντεςόταν
πασ̌κείμ’μήπως, μήπως (και) πᾶς καί ἔνι
πέει(προστ.) πες
σεβνταλίαερωτοχτυπημένα, ερωτευμένα, ερωτικά sevdalı
τρομάζωτρέμω
φοτάμέρος γυναικείας ενδυμασίας που έμπαινε πάνω από το λαχόρι, το ζωνάρι το οποίο έδεναν οι γυναίκες τριγωνικά στη μέση τους πάνω από τη ζιπούνα, γεν. ποδιά futa
ψ̌ηψυχή
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλ.
άμονσαν, όπως, καθώς ἅμα
αναμέν’ν’περιμένουν
αρνόποαρνάκι, χαϊδευτική προσφώνηση γυναίκας
δοςδώσε
εζέλεψαζήλεψα
εποίκαέκανα, έφτιαξα ποιέω-ῶ
κοσ̌κινίεταικοσκινίζεται, κουνιέται σαν κόσκινο κόσκινον
κρούειχτυπάει κρούω
λαλίανλαλιά, φωνή
ομμάτα̤μάτια
όντεςόταν
πασ̌κείμ’μήπως, μήπως (και) πᾶς καί ἔνι
πέει(προστ.) πες
σεβνταλίαερωτοχτυπημένα, ερωτευμένα, ερωτικά sevdalı
τρομάζωτρέμω
φοτάμέρος γυναικείας ενδυμασίας που έμπαινε πάνω από το λαχόρι, το ζωνάρι το οποίο έδεναν οι γυναίκες τριγωνικά στη μέση τους πάνω από τη ζιπούνα, γεν. ποδιά futa
ψ̌ηψυχή
Η φοτά σ’ κοσ̌κινίεται

Ποντιακός Στίχος - Pontian Lyrics 2025

Επικοινωνία: infoDUMMY@pontianlyrics.gr

Με την ευγενική χορηγία φιλοξενίας της IpHost