.
.
Έλα, πουλί μ’, ας σα μακρά

Εγώ τηνάν εγάπανα

Εγώ τηνάν εγάπανα
fullscreen
Εγώ τηνάν εγάπανα
ατώρα έντον νύφε
Εσπόγγιζεν τ’ εξώπορτον
(κι αρ’) είδε με και -ν- εκρύφτεν

Άι! μα την Παναΐα,
[ψ̌η μ’] λέγω την αληθείαν
Ελέπ’νε σε τ’ ομματόπα μ’
και καίγεται η καρδία μ’

Ση μαχαλάς ι-σ’ τη στράταν,
πουλόπο μ’, πάντα στέκω
Έβγα οξ̌ωκά σ’ εξώπορτον
εσέναν ας ελέπω

Άι! μα την Παναΐα,
[ψ̌η μ’] λέγω την αληθείαν
Ελέπ’νε σε τ’ ομματόπα μ’
και καίγεται η καρδία μ’

Άφ’σον, πουλί μ’ και/πουλόπο μ’, τον άντρα σ’
κι αρ’ έλα μετ’ εμένα
Πάντα να είμες -ε- μαζί,
να ζούμ’ αγαπημένα

Άι! μα την Παναΐα,
[ψ̌η μ’] λέγω την αληθείαν
Ελέπ’νσε τ’ ομματόπα μ’
και καίγεται η καρδία μ’
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλευση
αρ’εισάγει ή τονίζει πρόταση με ποικίλες σημασιολογικές αποχρώσεις: λοιπόν, άρα, έτσι, επομένως, δηλαδή, τέλος πάντων, τώρα, άντε, με χροιά παρότρυνσης ή επίγνωσης, όπως το τουρκ. ha ἄρα
ατώρατώρα
άφ’σον(προστ.) άφησε
έβγα(προστ.) βγες
εγάπανααγαπούσα
είμεςείμαστε
εκρύφτενκρύφτηκε
ελέπ’νεβλέπουνε
ελέπωβλέπω
έντονέγινε
εξώπορτονεξώπορτα
εσπόγγιζενσκούπιζε
μαχαλάςγειτονιάς mahalle/maḥalle
μετ’μαζί με (με αιτιατική), με (τρόπος)
νύφενύφη
ομματόπαματάκια
οξ̌ωκάέξω
ΠαναΐαΠαναγιά
πουλόποπουλάκι
τηνάναυτόν/ην που
ψ̌ηψυχή
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλ.
αρ’εισάγει ή τονίζει πρόταση με ποικίλες σημασιολογικές αποχρώσεις: λοιπόν, άρα, έτσι, επομένως, δηλαδή, τέλος πάντων, τώρα, άντε, με χροιά παρότρυνσης ή επίγνωσης, όπως το τουρκ. ha ἄρα
ατώρατώρα
άφ’σον(προστ.) άφησε
έβγα(προστ.) βγες
εγάπανααγαπούσα
είμεςείμαστε
εκρύφτενκρύφτηκε
ελέπ’νεβλέπουνε
ελέπωβλέπω
έντονέγινε
εξώπορτονεξώπορτα
εσπόγγιζενσκούπιζε
μαχαλάςγειτονιάς mahalle/maḥalle
μετ’μαζί με (με αιτιατική), με (τρόπος)
νύφενύφη
ομματόπαματάκια
οξ̌ωκάέξω
ΠαναΐαΠαναγιά
πουλόποπουλάκι
τηνάναυτόν/ην που
ψ̌ηψυχή
Εγώ τηνάν εγάπανα

Ποντιακός Στίχος - Pontian Lyrics 2025

Επικοινωνία: infoDUMMY@pontianlyrics.gr

Με την ευγενική χορηγία φιλοξενίας της IpHost