.
.
Σεβταλοδαρμένον

Αούτο τ’ εσόν η σεβτά

Αούτο τ’ εσόν η σεβτά
fullscreen
Αούτο τ’ εσόν η σεβτι͜ά
πουλί μ’, θα θανατών’ με
Ο Θεόν πα να κατηβαίν’,
’κ’ επορεί να γλυτών’ με

Αούτο τ’ εσόν η σεβτι͜ά
εμέναν τυρι͜αννίζει,
Η καρδία μ’, τσούνας κουτάβ’,
καίεται και βρουλίζει
 
Απόψ’, πουλί μ’, αιχτρίασεν,
θ’ ευτάει παγωσίας
έλα ’μπα σ’ εγκαλιόπο μου, 
ας χουλένω τα ψ̌ήα σ’

Έλα ’μπα σ’ εγκαλιόπο μου, 
εγκάλι͜α σ’ αναστέν’ με,
Τ’ έμορφα τ’ ομματόπα σου, 
εμέν, πουλί μ’, μαεύ’νε

Ντ’ εποίκα σε, γιαβρόπο μου,
λιβώντς κι απολιβώνεις;
[Και -ν-] Αρ’ μετ’ ατό το φέρσιμο σ’, 
την καρδι͜ά μ’ φαρμακώνεις

Ντ’ εποίκα σε, γιαβρόπο μου,
και συνταυλί͜εις και καί͜εις με;
Εσύ, ντο ψ̌ήν θα παραδί͜εις;
’Κι λες να γουρταρεύ’ς με!
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλευση
αιχτρίασεναιθρίασε, μτφ. γαλήνεψε, ησύχασε αἴθρη / αἴθρα
αναστέν’αναζωογονεί, αναθρέφει/μεγαλώνει (παιδί), ανασταίνει ἀνίστημι
αούτοαυτό/ή
απολιβώνειςξεσυννεφιάζεις
αρ’εισάγει ή τονίζει πρόταση με ποικίλες σημασιολογικές αποχρώσεις: λοιπόν, άρα, έτσι, επομένως, δηλαδή, τέλος πάντων, τώρα, άντε, με χροιά παρότρυνσης ή επίγνωσης, όπως το τουρκ. ha ἄρα
βρουλίζειφλέγεται
γιαβρόπομωράκι, μικρούλι, παιδάκι yavru + -όπον
γουρταρεύ’ςγλυτώνεις κτ/κπ από, διασώζεις kurtarmak
εγκάλι͜ααγκαλιά
εγκαλιόποαγκαλίτσα
έμορφαόμορφα
εποίκαέκανα, έφτιαξα ποιέω-ῶ
επορείμπορεί
εσόνδικός/ή/ό σου
ευτάεικάνει, φτιάχνει εὐθειάζω
’κ’δεν οὐκί<οὐχί
καίεταικαίγεται
κατηβαίν’κατεβαίνει
’κιδεν οὐκί<οὐχί
λιβώντςσυννεφιάζεις λίβος<λείβω
μαεύ’νεμαγεύουν
μετ’μαζί με (με αιτιατική), με (τρόπος)
’μπα(έμπα) μπες
ομματόπαματάκια
παπάλι, επίσης, ακόμα
παγωσίαςπαγωνιές
παραδί͜ειςπαραδίνεις, καταδίδεις
σεβτι͜άέρωτας sevda/sevdā
συνταυλί͜ειςσυνδαυλίζεις, «παροξύνεις», «ανακινείς» πάθη
τσούναςσκύλας κύων→κύαινα
τυρι͜αννίζειτυραννάει, ταλαιπωρεί
χουλένωζεσταίνω, θερμαίνω
ψ̌ήαψυχές, η περιοχή του στέρνου, τα εσώψυχα
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλ.
αιχτρίασεναιθρίασε, μτφ. γαλήνεψε, ησύχασε αἴθρη / αἴθρα
αναστέν’αναζωογονεί, αναθρέφει/μεγαλώνει (παιδί), ανασταίνει ἀνίστημι
αούτοαυτό/ή
απολιβώνειςξεσυννεφιάζεις
αρ’εισάγει ή τονίζει πρόταση με ποικίλες σημασιολογικές αποχρώσεις: λοιπόν, άρα, έτσι, επομένως, δηλαδή, τέλος πάντων, τώρα, άντε, με χροιά παρότρυνσης ή επίγνωσης, όπως το τουρκ. ha ἄρα
βρουλίζειφλέγεται
γιαβρόπομωράκι, μικρούλι, παιδάκι yavru + -όπον
γουρταρεύ’ςγλυτώνεις κτ/κπ από, διασώζεις kurtarmak
εγκάλι͜ααγκαλιά
εγκαλιόποαγκαλίτσα
έμορφαόμορφα
εποίκαέκανα, έφτιαξα ποιέω-ῶ
επορείμπορεί
εσόνδικός/ή/ό σου
ευτάεικάνει, φτιάχνει εὐθειάζω
’κ’δεν οὐκί<οὐχί
καίεταικαίγεται
κατηβαίν’κατεβαίνει
’κιδεν οὐκί<οὐχί
λιβώντςσυννεφιάζεις λίβος<λείβω
μαεύ’νεμαγεύουν
μετ’μαζί με (με αιτιατική), με (τρόπος)
’μπα(έμπα) μπες
ομματόπαματάκια
παπάλι, επίσης, ακόμα
παγωσίαςπαγωνιές
παραδί͜ειςπαραδίνεις, καταδίδεις
σεβτι͜άέρωτας sevda/sevdā
συνταυλί͜ειςσυνδαυλίζεις, «παροξύνεις», «ανακινείς» πάθη
τσούναςσκύλας κύων→κύαινα
τυρι͜αννίζειτυραννάει, ταλαιπωρεί
χουλένωζεσταίνω, θερμαίνω
ψ̌ήαψυχές, η περιοχή του στέρνου, τα εσώψυχα
Αούτο τ’ εσόν η σεβτά

Ποντιακός Στίχος - Pontian Lyrics 2025

Επικοινωνία: infoDUMMY@pontianlyrics.gr

Με την ευγενική χορηγία φιλοξενίας της IpHost