.
.
’Κι ανασπάλλω | 90 χρόνια από τη Γενοκτονία των Ποντίων

Ο Γιάννες ο Μονόγιαννες

Στιχουργοί: Παραδοσιακό
Συνθέτες: Παραδοσιακό
Στιχουργοί: Παραδοσιακό
Συνθέτες: Παραδοσιακό
fullscreen
Ο Γιάννες ο Μονόγιαννες,
ο μαναχόν ο Γιάννες
Ο Γιάννες επεπέρνιξεν
και σο πεγάδ’ επήεν

Εντώκεν και την μαστραπάν,
εγνέφιξεν ο δράκον
Εξέβεν δράκος άγγελος
και θέλ’ να τρώει τον Γιάννεν

-Άφ’ς-ι με, δράκε μ’, άφ’ς-ι με
καν πέντε-έξ’ ημέρας
Ας πάω ’λέπω τ’ εμετέρτς
και -ν- έρχουμαι, δράκε, φά’ με
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλευση
άφ’ς(προστ.) άφησε
εγνέφιξενξύπνησε
εμετέρτςημέτερους, δικούς μου (ανθρώπους) ἡμέτερος
εντώκενχτύπησε
έξ’έξω ή ο αριθμός έξι
εξέβενβγήκε, ανέβηκε
επεπέρνιξενσηκώθηκε πολύ πρωί, σηκώθηκε από ύπνο
επήενπήγε
έρχουμαιέρχομαι
’λέπω(ελέπω) βλέπω
μαναχόν(έναρθρο) μοναχός, μοναχό, (επίρρ) μόνο/μοναχά
μαστραπάνμικρή μεταλλική, πήλινη ή και γυάλινη κανάτα maşrapa/maşraba
πεγάδ’βρύση
φά’(προστ.) φάε
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλ.
άφ’ς(προστ.) άφησε
εγνέφιξενξύπνησε
εμετέρτςημέτερους, δικούς μου (ανθρώπους) ἡμέτερος
εντώκενχτύπησε
έξ’έξω ή ο αριθμός έξι
εξέβενβγήκε, ανέβηκε
επεπέρνιξενσηκώθηκε πολύ πρωί, σηκώθηκε από ύπνο
επήενπήγε
έρχουμαιέρχομαι
’λέπω(ελέπω) βλέπω
μαναχόν(έναρθρο) μοναχός, μοναχό, (επίρρ) μόνο/μοναχά
μαστραπάνμικρή μεταλλική, πήλινη ή και γυάλινη κανάτα maşrapa/maşraba
πεγάδ’βρύση
φά’(προστ.) φάε

Ποντιακός Στίχος - Pontian Lyrics 2025

Επικοινωνία: infoDUMMY@pontianlyrics.gr

Με την ευγενική χορηγία φιλοξενίας της IpHost