.
.
Τη γέρου τα παράπονα/Θα έρχουμαι ας σην ξενιτειάν

Τη γέρου τα παράπονα

Τη γέρου τα παράπονα
fullscreen
Ένας γραία αφορισμέντσα
κρούει τον γέρον να παστών’
Και «ν’ αηλί εμέν!» εκούζ’νε
εκείνος ο παλαλόν

«Να κι αβούτο, να κι ακείνο!»
η γραιΐτσα κοπανεί¹
Κι ας σα πόνα̤ ο καημένον
ο γερίτσον μουρδουλί͜ει¹

Και ’κ’ εβγάλλ’νεν το ζωνάρ’ν ατ’
την γραίαν για να παστών’
Μόνον ήξερεν κι εκούζ’νε
«γραία, γραία, ήμαρτον!»

«Να κι αβούτο, να κι ακείνο!»
η γραιΐτσα κοπανεί¹
Κι ας σα πόνα̤ ο καημένον
ο γερίτσον μουρδουλί͜ει¹

«Νέπε,» λέει ατον εκείνε
«λάσ̌κεσαι ους να μερών’!
Και τ’ οσπίτι σ’ ’κ’ εγνωρί͜εις α’,
φόβον ’κ’ έ͜εις ας σο Θεόν»

«Να κι αβούτο, να κι ακείνο!»
η γραιΐτσα κοπανεί¹
Κι ας σα πόνα̤ ο καημένον
ο γερίτσον μουρδουλί͜ει¹
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλευση
α’(ατό) αυτό, το
αβούτοαυτό
αηλίαλίμονο ἀ- + μεσαιωνική ελληνική ἠλί < εβραϊκά אל (θεός)
ακείνοεκείνο
ας σααπ’ τα ασό σα (από τα)
ας σοαπ’ το ασό σο (από το)
αφορισμέντσααφορισμένη, αναθεματισμένη
γραίαγριά
γραίανγριά
γραιΐτσαγριούλα
έ͜ειςέχεις
εβγάλλ’νενέβγαζε
εγνωρί͜ειςγνωρίζεις
εκείνεεκείνη
εκούζ’νεφώναζε, λαλούσε, καλούσε κπ ονομαστικά
’κ’δεν οὐκί<οὐχί
κρούειχτυπάει κρούω
λάσ̌κεσαιπεριφέρεσαι, τριγυρνάς, περιπλανιέσαι ἀλάομαι/ηλάσκω
μερών’μερώνει, ξημερώνει
ν’ αηλίαλίμονο μεσαιων. ελλ. ἀλί<ἀ- + ἠλί (εβραϊκά אל)= θεός
νέπεβρε!
οσπίτισπίτι hospitium<hospes
ουςως, μέχρι
παλαλόντρελό
πόνα̤(αιτ.) πόνοι, πόνους
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλ.
α’(ατό) αυτό, το
αβούτοαυτό
αηλίαλίμονο ἀ- + μεσαιωνική ελληνική ἠλί < εβραϊκά אל (θεός)
ακείνοεκείνο
ας σααπ’ τα ασό σα (από τα)
ας σοαπ’ το ασό σο (από το)
αφορισμέντσααφορισμένη, αναθεματισμένη
γραίαγριά
γραίανγριά
γραιΐτσαγριούλα
έ͜ειςέχεις
εβγάλλ’νενέβγαζε
εγνωρί͜ειςγνωρίζεις
εκείνεεκείνη
εκούζ’νεφώναζε, λαλούσε, καλούσε κπ ονομαστικά
’κ’δεν οὐκί<οὐχί
κρούειχτυπάει κρούω
λάσ̌κεσαιπεριφέρεσαι, τριγυρνάς, περιπλανιέσαι ἀλάομαι/ηλάσκω
μερών’μερώνει, ξημερώνει
ν’ αηλίαλίμονο μεσαιων. ελλ. ἀλί<ἀ- + ἠλί (εβραϊκά אל)= θεός
νέπεβρε!
οσπίτισπίτι hospitium<hospes
ουςως, μέχρι
παλαλόντρελό
πόνα̤(αιτ.) πόνοι, πόνους
Τη γέρου τα παράπονα
Σημειώσεις
¹ Ορθότερη η χρήση των «κοπανίζ’» και «μουρδουλίζ’» αντί των «κοπανεί» και «μουρδουλί͜ει» αντίστοιχα.

Ποντιακός Στίχος - Pontian Lyrics 2025

Επικοινωνία: infoDUMMY@pontianlyrics.gr

Με την ευγενική χορηγία φιλοξενίας της IpHost