.
.
Χαρές και πίκρες του Πόντου

Από μικρός ορφανίγα

fullscreen
Από μικρός ορφανίγα [νέι]
σα ξένα χ̌έρι͜α ερρούξα [νέι]
Πόσα φοράς, [αχ!] νε μανίτσα, [νέι]
το όνομα σ’ εκούξα; [νέι]

Ν’ αηλί εκείνον π’ έχασεν [νέι]
πατέραν και μητέραν [νέι]
και έν’ σον κόσμον μαναχός, [νέι]
’κ’ ελέπ’ καλόν ημέραν [νέι]
[πουλί μ’, νέι]
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλευση
αηλίαλίμονο ἀ- + μεσαιωνική ελληνική ἠλί < εβραϊκά אל (θεός)
εκούξαφώναξα, λάλησα, κάλεσα κπ ονομαστικά
ελέπ’βλέπει/βλέπω
έν’είναι
ερρούξαέπεσα
έχασενέχασε, έδιωξε, πέταξε κτ
’κ’δεν οὐκί<οὐχί
μαναχόςμοναχός, μόνος
ν’ αηλίαλίμονο μεσαιων. ελλ. ἀλί<ἀ- + ἠλί (εβραϊκά אל)= θεός
ορφανίγαορφάνεψα
φοράςφορές
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλ.
αηλίαλίμονο ἀ- + μεσαιωνική ελληνική ἠλί < εβραϊκά אל (θεός)
εκούξαφώναξα, λάλησα, κάλεσα κπ ονομαστικά
ελέπ’βλέπει/βλέπω
έν’είναι
ερρούξαέπεσα
έχασενέχασε, έδιωξε, πέταξε κτ
’κ’δεν οὐκί<οὐχί
μαναχόςμοναχός, μόνος
ν’ αηλίαλίμονο μεσαιων. ελλ. ἀλί<ἀ- + ἠλί (εβραϊκά אל)= θεός
ορφανίγαορφάνεψα
φοράςφορές

Ποντιακός Στίχος - Pontian Lyrics 2025

Επικοινωνία: infoDUMMY@pontianlyrics.gr

Με την ευγενική χορηγία φιλοξενίας της IpHost