.
.
Τεμέλ’

Έμορφεσσα, στολισμέντσα

Έμορφεσσα, στολισμέντσα
fullscreen
Λογιών φιστάνι͜α αναλλά͜εις
και πάντα θέλτς γενία
Ελέπ’νε σε και λύγουνταν
τη χώρας τα παιδία

Έμορφεσσα, στολισμέντσα
και σον κόσμον ξακουσμέντσα
’γώ θα παίρω σε και φεύω
γιατί είσαι φωταγμέντσα

Ζεντζ̌ίρ’ ση γούλα σ’ -ις- κρεμάντς
κι όλιον φορείς πλουμία
Βραχ̌ι͜άλια βάλτς σα χ̌ερόπα σ’
και ζάβας σα ωτία

Έμορφεσσα, στολισμέντσα
και σον κόσμον ξακουσμέντσα
’γώ θα παίρω σε και φεύω
γιατί είσαι φωταγμέντσα

Σα δάχτυλα σ’ το δαχτυλίδ’
πάντα μαλαματένεν
και σα μαλλία σ’ το ζινίχ̌’
έν’ μαργαριταρένεν

Έμορφεσσα, στολισμέντσα
και σον κόσμον ξακουσμέντσα
’γώ θα παίρω σε και φεύω
γιατί είσαι φωταγμέντσα
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλευση
αναλλά͜ειςφοράς τα καλά/γιορτινά σου ρούχα
βάλτςβάζεις, τοποθετείς
βραχ̌ι͜άλιαβραχιόλια
γενίακαινούρια yeni
γούλαλαιμός gula
ελέπ’νεβλέπουνε
έμορφεσσαόμορφη
έν’είναι
ζάβαςκρίκος, δαχτυλίδι, σκουλαρίκι μεσ. ζάβα, η: αλυσιδωτός θώρακας που φορούσαν οι βαριά οπλισμένοι πεζοί ή ιππείς στον βυζαντινό στρατό
ζεντζ̌ίρ’αλυσίδα zincir/zencīr
ζινίχ̌’κόσμημα, στολίδι ziynet/zīnet
θέλτςθέλεις
κρεμάντςκρεμάς
λύγουντανλιώνουν
μαλαματένενμαλαματένια/ο, από χρυσάφι μάλαγμα<μαλακός
μαργαριταρένενμαργαριταρένιο
ξακουσμέντσαξακουστή
όλιονόλο, ολόκληρο
παιδίαπαιδιά
παίρωπαίρνω
πλουμίακεντητά ή ζωγραφιστά διακοσμητικά σχέδια, μτφ. στολίδια pluma
στολισμέντσαστολισμένη
φεύωφεύγω
φορείςφοράς
φωταγμέντσαφωτεινή, λαμπερή
χ̌ερόπαχεράκια
χώραςξένος/η/ο/οι γενικά, οι/το/τα μη οικείο/α, ξενιτειάς
ωτίααυτιά
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλ.
αναλλά͜ειςφοράς τα καλά/γιορτινά σου ρούχα
βάλτςβάζεις, τοποθετείς
βραχ̌ι͜άλιαβραχιόλια
γενίακαινούρια yeni
γούλαλαιμός gula
ελέπ’νεβλέπουνε
έμορφεσσαόμορφη
έν’είναι
ζάβαςκρίκος, δαχτυλίδι, σκουλαρίκι μεσ. ζάβα, η: αλυσιδωτός θώρακας που φορούσαν οι βαριά οπλισμένοι πεζοί ή ιππείς στον βυζαντινό στρατό
ζεντζ̌ίρ’αλυσίδα zincir/zencīr
ζινίχ̌’κόσμημα, στολίδι ziynet/zīnet
θέλτςθέλεις
κρεμάντςκρεμάς
λύγουντανλιώνουν
μαλαματένενμαλαματένια/ο, από χρυσάφι μάλαγμα<μαλακός
μαργαριταρένενμαργαριταρένιο
ξακουσμέντσαξακουστή
όλιονόλο, ολόκληρο
παιδίαπαιδιά
παίρωπαίρνω
πλουμίακεντητά ή ζωγραφιστά διακοσμητικά σχέδια, μτφ. στολίδια pluma
στολισμέντσαστολισμένη
φεύωφεύγω
φορείςφοράς
φωταγμέντσαφωτεινή, λαμπερή
χ̌ερόπαχεράκια
χώραςξένος/η/ο/οι γενικά, οι/το/τα μη οικείο/α, ξενιτειάς
ωτίααυτιά
Έμορφεσσα, στολισμέντσα

Ποντιακός Στίχος - Pontian Lyrics 2025

Επικοινωνία: infoDUMMY@pontianlyrics.gr

Με την ευγενική χορηγία φιλοξενίας της IpHost