.
.
Τραγούδια του Πόντου | Ηχογραφήσεις του 1930 (Αρχείο Μέλπως Μερλιέ)

Απόψ’ είδα ’ναν όρωμαν

Στιχουργοί: Παραδοσιακό
Συνθέτες: Παραδοσιακό
Απόψ’ είδα ’ναν όρωμαν
Στιχουργοί: Παραδοσιακό
Συνθέτες: Παραδοσιακό
fullscreen
[Και -ν-] Απόψ’ είδα ’ναν όρωμαν
[και] να λέγ’ ατο καλό έν’ [γιαρ]
[Και] Με τ’ αρνί μ’ εκαλάτσ̌ευα
[κι] εθάρρ’να αληθινόν έν’ [γιαρ]

Απόψ’ είδα ’ναν όρωμαν
[και] σίτ’ εκείμ’νε σο στρώμαν [γιαρ]
[Και -ν-] Είδα πώς εφίλ’να σε
[και] γλυκέα απέσ’ σο στόμαν [γιαρ]

[Και -ν-] Απόψ’ είδα ’ναν όρωμαν
[και] σον ύπνο μ’ εχπαράγα [γιαρ]
[Και] Σον ορανόν επέτανα,
[και] τα λίβι͜α εταράγα [γιαρ]

[Και -ν-] Έναν και μαναχόν είσαι
[και -ν-] αρ’ τίναν θα κανείσαι; [γιαρ]
[Και] Να φιλώ σε μαραίνεσαι,
[και -ν-] αν δάκω σε τελείσαι [γιαρ]
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλευση
απέσ’μέσα
αρ’εισάγει ή τονίζει πρόταση με ποικίλες σημασιολογικές αποχρώσεις: λοιπόν, άρα, έτσι, επομένως, δηλαδή, τέλος πάντων, τώρα, άντε, με χροιά παρότρυνσης ή επίγνωσης, όπως το τουρκ. ha ἄρα
γιαραγαπητός/ή/ό, αγάπη yâr
γλυκέα(επιρρ.) γλυκά
δάκωδαγκώνω
εθάρρ’ναθαρρούσα, πίστευα, νόμιζα
εκαλάτσ̌ευαμιλούσα, συνομιλούσα, συζητούσα keleci=καλός λόγος (Παλαιά Τουρκική Ανατολίας)
εκείμ’νεκειτόμουν, ξάπλωνα
έν’είναι
επέταναπετούσα
εταράγαταράχθηκα, ανακατεύθηκα, μπλέχθηκα ταράσσω
εφίλ’ναφιλούσα
εχπαράγα(αμτβ) τρόμαξα, ξαφνιάστηκα εκσπαράσσω
κανείσαιείσαι αρκετός/ή, επαρκείς για κτ ἱκανόω
λίβι͜ασύννεφα λίβος<λείβω
μαναχόν(έναρθρο) μοναχός, μοναχό, (επίρρ) μόνο/μοναχά
όρωμανόνειρο
σίτ’καθώς, ενώ σόταν<εις όταν
τελείσαιτελειώνεις, εξαντλείσαι
τίνανποιον/α
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλ.
απέσ’μέσα
αρ’εισάγει ή τονίζει πρόταση με ποικίλες σημασιολογικές αποχρώσεις: λοιπόν, άρα, έτσι, επομένως, δηλαδή, τέλος πάντων, τώρα, άντε, με χροιά παρότρυνσης ή επίγνωσης, όπως το τουρκ. ha ἄρα
γιαραγαπητός/ή/ό, αγάπη yâr
γλυκέα(επιρρ.) γλυκά
δάκωδαγκώνω
εθάρρ’ναθαρρούσα, πίστευα, νόμιζα
εκαλάτσ̌ευαμιλούσα, συνομιλούσα, συζητούσα keleci=καλός λόγος (Παλαιά Τουρκική Ανατολίας)
εκείμ’νεκειτόμουν, ξάπλωνα
έν’είναι
επέταναπετούσα
εταράγαταράχθηκα, ανακατεύθηκα, μπλέχθηκα ταράσσω
εφίλ’ναφιλούσα
εχπαράγα(αμτβ) τρόμαξα, ξαφνιάστηκα εκσπαράσσω
κανείσαιείσαι αρκετός/ή, επαρκείς για κτ ἱκανόω
λίβι͜ασύννεφα λίβος<λείβω
μαναχόν(έναρθρο) μοναχός, μοναχό, (επίρρ) μόνο/μοναχά
όρωμανόνειρο
σίτ’καθώς, ενώ σόταν<εις όταν
τελείσαιτελειώνεις, εξαντλείσαι
τίνανποιον/α
Απόψ’ είδα ’ναν όρωμαν

Ποντιακός Στίχος - Pontian Lyrics 2025

Επικοινωνία: infoDUMMY@pontianlyrics.gr

Με την ευγενική χορηγία φιλοξενίας της IpHost