.
.
Κορίτσ’ καματερόν, νύφε στολίζ’ν’ ατεν

Κορτσόπον, λάλ’ με

Στιχουργοί: Παραδοσιακό
Συνθέτες: Παραδοσιακό
Κορτσόπον, λάλ’ με
Στιχουργοί: Παραδοσιακό
Συνθέτες: Παραδοσιακό
fullscreen
Έλα κάθκα σα γόνατα μ’,
[Κορτσόπον, λάλ’ με]
ας πλέκω τα μαλλία σ’
[Λάλ’ με κι ας λαλώ σε/
’Μώ σε, θεία, ’μώ σε!]
Ας πλέκ’ ατα ψιλά-ψιλά
[Κορτσόπον, λάλ’ με]
και σύρ’ ατα σ’ ωμία σ’
[’Μώ σε, θεία, ’μώ σε!]

’Μώ σε, παλαλός έν’!
Σ’ έναν βούραν λεφτοκάρυ͜α
λέει με «κι ας φιλώ σε ατώρα»

Εσύ έλα -ν- ας σο Κουλάτ¹,
[Κορτσόπον, λάλ’ με]
εγώ -ν- ας σα Καμένα²
[Λάλ’ με κι ας λαλώ σε/
’Μώ σε, θεία, ’μώ σε!]
Εσύ τραγωδείς θλιβερά,
[Κορτσόπον, λάλ’ με]
εγώ παρακαμένα
[Λάλ’ με κι ας λαλώ σε/
’Μώ σε, θεία, ’μώ σε!]

’Μώ σε, παλαλός έν’!
Σ’ έναν βούραν λεφτοκάρυ͜α
λέει με «κι ας φιλώ σε ατώρα»
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλευση
ας σααπ’ τα ασό σα (από τα)
ας σοαπ’ το ασό σο (από το)
ατααυτά
ατώρατώρα
βούρανχούφτα vola=η παλάμη του χεριού ή το πέλμα του ποδιού
έν’είναι
κάθκα(προστ.) κάθισε
Καμέναπεριοχή κοντά στην Παναγία Σουμελά
κορτσόπονκοριτσάκι
Κουλάττο όρος Θήχυς στον Πόντο
λάλ’(προστ.) βγάλε λαλιά, κάλεσε, αποκάλεσε, προσκάλεσε, οδήγησε
λαλώβγάζω λαλιά, καλώ, αποκαλώ, προσκαλώ, οδηγώ
λεφτοκάρυ͜αλεπτοκάρυα, φουντουκιές, φουντούκια λεπτο- + κάρυον
’μώ(επιφ.) εκδήλωση έκπληξης, θαυμασμού ή δυσφορίας, βρε! σε καλό σου! γαμώ
παλαλόςτρελός, ανόητος
πλέκ’πλέκει
σύρ’σύρω/ει, τραβάω/ει, ρίχνω/ει
τραγωδείςτραγουδάς
ωμίαώμοι
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλ.
ας σααπ’ τα ασό σα (από τα)
ας σοαπ’ το ασό σο (από το)
ατααυτά
ατώρατώρα
βούρανχούφτα vola=η παλάμη του χεριού ή το πέλμα του ποδιού
έν’είναι
κάθκα(προστ.) κάθισε
Καμέναπεριοχή κοντά στην Παναγία Σουμελά
κορτσόπονκοριτσάκι
Κουλάττο όρος Θήχυς στον Πόντο
λάλ’(προστ.) βγάλε λαλιά, κάλεσε, αποκάλεσε, προσκάλεσε, οδήγησε
λαλώβγάζω λαλιά, καλώ, αποκαλώ, προσκαλώ, οδηγώ
λεφτοκάρυ͜αλεπτοκάρυα, φουντουκιές, φουντούκια λεπτο- + κάρυον
’μώ(επιφ.) εκδήλωση έκπληξης, θαυμασμού ή δυσφορίας, βρε! σε καλό σου! γαμώ
παλαλόςτρελός, ανόητος
πλέκ’πλέκει
σύρ’σύρω/ει, τραβάω/ει, ρίχνω/ει
τραγωδείςτραγουδάς
ωμίαώμοι
Κορτσόπον, λάλ’ με
Σημειώσεις
¹ Ονομασίες ορεινών όγκων στον Πόντο

² Ορεινή περιοχή που βρίσκεται ανάμεσα στη Χαντζούκα (τοποθεσία Παναγίας Σουμελά) και το Μετζίτ’ (βοσκότοπος της Κρώμνης). Για την ονομασία «Καμένα» υπάρχουν μόνο στοιχεία από την παράδοση. Λέγεται πως, κάποτε, αλλόθρησκοι πήγαν να ληστέψουν το μοναστήρι της Παναγίας Σουμελά. Οι ληστές, ανάμεσα στα άλλα, θέλησαν να πάρουν και το Εικόνισμα, να το κομματιάσουν, για να πάρει ο καθένας από ένα κομμάτι. Με το πρώτο όμως χτύπημά τους το Εικόνισμα έβαλε φωτιά, θανατώθηκαν οι ιερόσυλοι και κάηκε ο τόπος. Έτσι, ονομάστηκε από τότε Καμένα, και δε βλάστησε η περιοχή ποτέ ύστερα από το γεγονός αυτό. Η ερημιά του χώρου αυτού προκαλεί δέος. Κυκλοφορούν εκεί διάφορα αγρίμια και προπαντός λύκοι, γεγονός που έχει αποτυπωθεί από την ποντιακή μούσα στο παραπάνω δίστιχο.

Ποντιακός Στίχος - Pontian Lyrics 2025

Επικοινωνία: infoDUMMY@pontianlyrics.gr

Με την ευγενική χορηγία φιλοξενίας της IpHost