.
.
Κορίτσ’ καματερόν, νύφε στολίζ’ν’ ατεν

Η νύφε και ο γαμπρόν

Η νύφε και ο γαμπρόν
fullscreen
Η νύφε και -ν- ο γαμπρόν
πάν’ σα στεφανώματα
Η εγκάλα̤ το γλυκύν
έν’ σα ξημερώματα

Και -ν- απάν’ σο μεσημέρ’,
ο γαμπρόν ψωνίζ’ και φέρ’
Η νύφε σ’κούται μαειρεύ’,
ατός θέλ’ να μασχαρεύ’

- Γάρη, τα φιλέματα σ’
είν’ γλυκέα άμον μέλ’!
- Άντρα μ’, τα χαϊδέματα σ’
όχι απάν’ σο μεσημέρ’

Άφ’ς με ας στρώνω τραπέζ’,
μη φογάσαι, ’κ’ έν’ μαλέζ’!
Και -ν- όντες θα σκοτεινεύ’
εις τον άλλον θα λελεύ’
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλευση
άμονσαν, όπως, καθώς ἅμα
απάν’πάνω
ατόςαυτός
άφ’ς(προστ.) άφησε
γάρη(κλητ.) Ε! γυναίκα karı
γλυκέα(επιρρ.) γλυκά
γλυκύνγλυκιά/ό
εγκάλα̤αγκαλιά
είν’(για πληθ.) είναι
έν’είναι
’κ’δεν οὐκί<οὐχί
λελεύ’χαίρομαι/εται
μαειρεύ’μαγειρεύει
μαλέζ’υδαρής χυλός, αλευρόσουπα
μασχαρεύ’αστειεύεται, διακωμωδεί maskara/masḫara
μέλ’μέλι
νύφενύφη
όντεςόταν
σκοτεινεύ’σκοτεινιάζει
σ’κούταισηκώνεται
φέρ’φέρνω/ει
φιλέματαφιλιά
φογάσαιφοβάσαι
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλ.
άμονσαν, όπως, καθώς ἅμα
απάν’πάνω
ατόςαυτός
άφ’ς(προστ.) άφησε
γάρη(κλητ.) Ε! γυναίκα karı
γλυκέα(επιρρ.) γλυκά
γλυκύνγλυκιά/ό
εγκάλα̤αγκαλιά
είν’(για πληθ.) είναι
έν’είναι
’κ’δεν οὐκί<οὐχί
λελεύ’χαίρομαι/εται
μαειρεύ’μαγειρεύει
μαλέζ’υδαρής χυλός, αλευρόσουπα
μασχαρεύ’αστειεύεται, διακωμωδεί maskara/masḫara
μέλ’μέλι
νύφενύφη
όντεςόταν
σκοτεινεύ’σκοτεινιάζει
σ’κούταισηκώνεται
φέρ’φέρνω/ει
φιλέματαφιλιά
φογάσαιφοβάσαι
Η νύφε και ο γαμπρόν

Ποντιακός Στίχος - Pontian Lyrics 2025

Επικοινωνία: infoDUMMY@pontianlyrics.gr

Με την ευγενική χορηγία φιλοξενίας της IpHost