.
.
Μια βραδιά στο «Κορτσόπον»

Τερέστε͜ ατεν την έμορφον

Τερέστε͜ ατεν την έμορφον
fullscreen
Τερέστε͜ ατεν την έμορφον,
τερέστεν το πιτσ̌ίμ’ν ατ’ς
Άτσ̌απσα ποίος άγγελος
θα σύρ’ και παίρ’ την ψ̌ην ατ’ς;

Παλληκαρόπον είμαι εγώ,
θα ’φτάγω αγουρότας
Έναν πρωί θα ευρήκ’ς με
οξ̌ωκά -ν- ας σην πόρτα σ’
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλευση
αγουρόταςγενναία, ανδρεία επιτεύγματα
ας σηναπ’ την ασό σην (από την)
ατεναυτήν
ατ’ςαυτής, της
άτσ̌απσαάραγε, αναρωτιέμαι acaba/ʿacebā
έμορφονόμορφο
ευρήκ’ςβρίσκεις
οξ̌ωκάέξω
παίρ’παίρνω/ει
παλληκαρόπονπαλληκαράκι παλληκάριον<πάλληξ, πάλλαξ
πιτσ̌ίμ’νμορφή, όψη/πρόσωπο, σχέδιο, στυλ/τρόπος, κομψότητα biçim
ποίος(ερωτημ.) ποιός, (αναφ.αντων.) όποιος
σύρ’σύρω/ει, τραβάω/ει, ρίχνω/ει
τερέστε(προστ.) κοιτάξτε
τερέστεν(προστ.) κοιτάξτε
’φτάγω(ευτάγω) κάνω, φτιάχνω εὐθειάζω
ψ̌ηνψυχή
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλ.
αγουρόταςγενναία, ανδρεία επιτεύγματα
ας σηναπ’ την ασό σην (από την)
ατεναυτήν
ατ’ςαυτής, της
άτσ̌απσαάραγε, αναρωτιέμαι acaba/ʿacebā
έμορφονόμορφο
ευρήκ’ςβρίσκεις
οξ̌ωκάέξω
παίρ’παίρνω/ει
παλληκαρόπονπαλληκαράκι παλληκάριον<πάλληξ, πάλλαξ
πιτσ̌ίμ’νμορφή, όψη/πρόσωπο, σχέδιο, στυλ/τρόπος, κομψότητα biçim
ποίος(ερωτημ.) ποιός, (αναφ.αντων.) όποιος
σύρ’σύρω/ει, τραβάω/ει, ρίχνω/ει
τερέστε(προστ.) κοιτάξτε
τερέστεν(προστ.) κοιτάξτε
’φτάγω(ευτάγω) κάνω, φτιάχνω εὐθειάζω
ψ̌ηνψυχή
Τερέστε͜ ατεν την έμορφον

Ποντιακός Στίχος - Pontian Lyrics 2025

Επικοινωνία: infoDUMMY@pontianlyrics.gr

Με την ευγενική χορηγία φιλοξενίας της IpHost