.
.
Μια βραδιά στο «Κορτσόπον»

Εφώταξεν ο πρόσωπο σ’

Στιχουργοί: Παραδοσιακό
Συνθέτες: Παραδοσιακό
Εφώταξεν ο πρόσωπο σ’
Στιχουργοί: Παραδοσιακό
Συνθέτες: Παραδοσιακό
fullscreen
Εφώταξεν ο πρόσωπο σ’
άμον ντο παίρ’ ο ήλιον
άμον ντο έρ’ται η άνοιξην
άμον ντ’ ανθεί το φύλλον

Έλα να ποδεδίζω σε -ν-,
έλα να ποδεδί͜εις με
Σ’ εγκαλιόπο μ’ ετράνυνες,
ατώρα ’κ’ εγνωρί͜εις με -ν
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλευση
άμονσαν, όπως, καθώς ἅμα
ατώρατώρα
εγκαλιόποαγκαλίτσα
εγνωρί͜ειςγνωρίζεις
έρ’ταιέρχεται
ετράνυνεςμεγάλωσες, ανατράφηκες τρανόω-ῶ
εφώταξενφώτισε
’κ’δεν οὐκί<οὐχί
να ποδεδίζωνα χαρώ κπ
παίρ’παίρνω/ει
ποδεδί͜εις(ενεργ. και μέση) χαίρεσαι, απολαμβάνεις, προσκυνάς από+δέδιν (<δείδω=φοβάμαι, ανησυχώ)
ποδεδίζω(ενεργ. και μέση) χαίρομαι, απολαμβάνω, προσκυνώ από+δέδιν (<δείδω=φοβάμαι, ανησυχώ)
ποδεδίζω σενα σε χαρώ από+δέδιν (<δείδω=φοβάμαι, ανησυχώ)
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλ.
άμονσαν, όπως, καθώς ἅμα
ατώρατώρα
εγκαλιόποαγκαλίτσα
εγνωρί͜ειςγνωρίζεις
έρ’ταιέρχεται
ετράνυνεςμεγάλωσες, ανατράφηκες τρανόω-ῶ
εφώταξενφώτισε
’κ’δεν οὐκί<οὐχί
να ποδεδίζωνα χαρώ κπ
παίρ’παίρνω/ει
ποδεδί͜εις(ενεργ. και μέση) χαίρεσαι, απολαμβάνεις, προσκυνάς από+δέδιν (<δείδω=φοβάμαι, ανησυχώ)
ποδεδίζω(ενεργ. και μέση) χαίρομαι, απολαμβάνω, προσκυνώ από+δέδιν (<δείδω=φοβάμαι, ανησυχώ)
ποδεδίζω σενα σε χαρώ από+δέδιν (<δείδω=φοβάμαι, ανησυχώ)
Εφώταξεν ο πρόσωπο σ’

Ποντιακός Στίχος - Pontian Lyrics 2025

Επικοινωνία: infoDUMMY@pontianlyrics.gr

Με την ευγενική χορηγία φιλοξενίας της IpHost