.
.
Εν χορδαίς ωδή | Με άρωμα Ευξείνου

Ο πλάνον Οδυσσέας

Ο πλάνον Οδυσσέας
fullscreen
Εγώ είμαι τη Γίμερας
ο πλάνον Οδυσσέας
Τ’ οσπίτι μ’ έν’ ση Θωμάντων
κι ολόερα τ’ οξέας

Παρχαρομάνα, Γίμερα,
πατρίδα μ’, με τα κάλλι͜α σ’
Ελάστα τα ραχ̌όπα σου
έπα ας σα πεγάδι͜α σ’

Κρύα νερά τη Γίμερας
παρχάρι͜α τη πατρίδας
Γιάμ’ τα νερά σ’ εστέρεψαν;
Γιάμ’ ’ρούξαν τα καλύβι͜α σ’;

Είδα σε, μάνα μ’ Γίμερα,
σ’ όρωμα μ’ και εχάρα
Εγνέφ’σα και -ν- εχάσα σε,
καλλίον ν’ επεθάν’να
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλευση
ας σααπ’ τα ασό σα (από τα)
γιάμ’μήπως, ή μη ya/yā + μη
εγνέφ’σαξύπνησα
ελάσταπεριφέρθηκα, τριγύρισα, περιπλανήθηκα ἀλάομαι/ηλάσκω
έν’είναι
έπαήπια
επεθάν’ναπέθαινα
εχάραχάρηκα
εχάσαέχασα
κάλλι͜ακάλλη
καλλίον(επίθ.) καλύτερο, (επίρ.) καλύτερα
ολόεραολόγυρα
οξέαςοξιές
όρωμαόνειρο
οσπίτισπίτι hospitium<hospes
παρχάρι͜αορεινοί τόποι θερινής βοσκής
παρχαρομάναγυναίκα που ήταν επιφορτισμένη με τις δουλειές του παρχαριού, ορεινού τόπου θερινής βοσκής
πεγάδι͜αβρύσες
ραχ̌όπαραχούλες, βουνά
’ρούξαν(ερρούξαν) έπεσαν
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλ.
ας σααπ’ τα ασό σα (από τα)
γιάμ’μήπως, ή μη ya/yā + μη
εγνέφ’σαξύπνησα
ελάσταπεριφέρθηκα, τριγύρισα, περιπλανήθηκα ἀλάομαι/ηλάσκω
έν’είναι
έπαήπια
επεθάν’ναπέθαινα
εχάραχάρηκα
εχάσαέχασα
κάλλι͜ακάλλη
καλλίον(επίθ.) καλύτερο, (επίρ.) καλύτερα
ολόεραολόγυρα
οξέαςοξιές
όρωμαόνειρο
οσπίτισπίτι hospitium<hospes
παρχάρι͜αορεινοί τόποι θερινής βοσκής
παρχαρομάναγυναίκα που ήταν επιφορτισμένη με τις δουλειές του παρχαριού, ορεινού τόπου θερινής βοσκής
πεγάδι͜αβρύσες
ραχ̌όπαραχούλες, βουνά
’ρούξαν(ερρούξαν) έπεσαν
Ο πλάνον Οδυσσέας
Σημειώσεις
(Από το ένθετο) Αφιερωμένο στον φλογερό Πόντιο, Ιμερίτε στην καταγωγή, που διαμένει στο Πανόραμα Θεσσαλονίκης, Γιώργο Αμβροσιάδη.

Ποντιακός Στίχος - Pontian Lyrics 2025

Επικοινωνία: infoDUMMY@pontianlyrics.gr

Με την ευγενική χορηγία φιλοξενίας της IpHost