.
.
Ζίπα-ζιπ

Ζίπα-ζιπ

Ζίπα-ζιπ
fullscreen
Ζίπα-ζιπ η καρδία μ’
γομάτον όνερα¹
λάσ̌κεται απάν’ σα παρχάρι͜α
σα κρύα νερά

Κάθουμαι ώρας και νουνίζω,
μικρόν πουλόπο μ’,
την ανάσα σ’ να έρ’ται κρούει
απάν’ σο πρόσωπο μ’

Να τερείς με και να σ̌κί͜εις με,
μαχ̌αίρ’ κοφτερόν
Να σ̌ασ̌εύω, να μη εξέρω
πού κέσ’ να τερώ

Να τρομάζω και να στέκω
άμον υειαντζούης
Να ανοίγω τα χ̌ερόπα μ’
κι εκειαπέσ’ να ρού͜εις
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλευση
άμονσαν, όπως, καθώς ἅμα
απάν’πάνω
γομάτονγεμάτο/η
εκειαπέσ’εκεί μέσα
έρ’ταιέρχεται
ζίπα-ζιπ(έκφ.) για κάτι που είναι γεμάτο μέχρι πάνω, φίσκα زیبا (zībā=όμορφο, στολισμένο)
κέσ’προς τα εκεί, προς το μέρος εκείνο κέσου<κεῖσ’<κεῖσε<ἐκεῖσε
κρούειχτυπάει κρούω
λάσ̌κεταιπεριφέρεται, τριγυρνά, περιπλανιέται ἀλάομαι/ηλάσκω
μαχ̌αίρ’μαχαίρι
νουνίζωσκέφτομαι
όνερα(ορθ. ονέρ’τα) όνειρα
παρχάρι͜αορεινοί τόποι θερινής βοσκής
πουλόποπουλάκι
ρού͜ειςπέφτεις, ρίχνεις κτ κάτω
σ̌ασ̌εύωσαστίζω, τα έχω χαμένα şaşmak
σ̌κί͜ειςσκίζεις
τερείςκοιτάς
τερώκοιτώ
τρομάζωτρέμω
υειαντζούηςαυτός που δεν έχει την υγεία του, αρρωστιάρης, καχεκτικός υ(γ)είαν + -sız
χ̌ερόπαχεράκια
ώραςώρες
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλ.
άμονσαν, όπως, καθώς ἅμα
απάν’πάνω
γομάτονγεμάτο/η
εκειαπέσ’εκεί μέσα
έρ’ταιέρχεται
ζίπα-ζιπ(έκφ.) για κάτι που είναι γεμάτο μέχρι πάνω, φίσκα زیبا (zībā=όμορφο, στολισμένο)
κέσ’προς τα εκεί, προς το μέρος εκείνο κέσου<κεῖσ’<κεῖσε<ἐκεῖσε
κρούειχτυπάει κρούω
λάσ̌κεταιπεριφέρεται, τριγυρνά, περιπλανιέται ἀλάομαι/ηλάσκω
μαχ̌αίρ’μαχαίρι
νουνίζωσκέφτομαι
όνερα(ορθ. ονέρ’τα) όνειρα
παρχάρι͜αορεινοί τόποι θερινής βοσκής
πουλόποπουλάκι
ρού͜ειςπέφτεις, ρίχνεις κτ κάτω
σ̌ασ̌εύωσαστίζω, τα έχω χαμένα şaşmak
σ̌κί͜ειςσκίζεις
τερείςκοιτάς
τερώκοιτώ
τρομάζωτρέμω
υειαντζούηςαυτός που δεν έχει την υγεία του, αρρωστιάρης, καχεκτικός υ(γ)είαν + -sız
χ̌ερόπαχεράκια
ώραςώρες
Ζίπα-ζιπ
Σημειώσεις
¹ Ορθ. χρήση του «ονέρ’τα»

Ποντιακός Στίχος - Pontian Lyrics 2025

Επικοινωνία: infoDUMMY@pontianlyrics.gr

Με την ευγενική χορηγία φιλοξενίας της IpHost