.
.
Πατρίδα μ’, αραεύω σε

Τα τέρτι͜α μ’ δεκατρία

Τα τέρτι͜α μ’ δεκατρία
fullscreen
Θεέ μ’, ντ’ έπαθες μετ’ εμέν
τα τελευταία χρόνια
και δί’ς με με το δράμ’ χαράν
και με τ’ οκάδες πόνια;

Μετρώ, μετρώ, καλομετρώ
τα τέρτι͜α μ’ δεκατρία
Η ψ̌η μ’ βαθέα καίεται
και τα χ̌ερόπα μ’ κρύα

Όθεν πατώ κι όθεν τερώ
τα τέρτι͜α μ’ αφουκρούμαι
Να θανατώνω εγώ εμέν,
ας σον Θεόν φογούμαι

Εποίκες όλια έμορφα,
Θεέ μ’, συνορθι͜ασμένα
Εμέναν πώς ενέσπαλες
μ’ ομμάτι͜α δακρυσμένα;
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλευση
ας σοναπ’ τον ασό σον (από τον)
αφουκρούμαιαφουγκράζομαι
βαθέαβαθιά
δί’ςδίνεις
δράμ’μονάδα βάρους, το 1/400 της οκάς, πολλή μικρή ποσότητα από κάτι μεσ. ελλ. δράμιον < τουρκ. dirhem < περσ. dirham < αρχ. ελλ. δραχμή (αντιδάνειο)
έμορφαόμορφα
ενέσπαλεςξέχασες
εποίκεςέκανες, έφτιαξες ποιέω-ῶ
καίεταικαίγεται
μετ’μαζί με (με αιτιατική), με (τρόπος)
όθενόπου, οπουδήποτε, σε όποιον
οκάδεςοθωμανική μονάδα μέτρησης μάζας
όλιαόλα
ομμάτι͜αμάτια
πόνια(ονομ.) πόνοι, (αιτ.) πόνους
συνορθι͜ασμένατακτοποιημένα, διορθωμένα
τέρτι͜ακαημοί, βάσανα, στενοχώριες dert
τερώκοιτώ
φογούμαιφοβάμαι
χ̌ερόπαχεράκια
ψ̌ηψυχή
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλ.
ας σοναπ’ τον ασό σον (από τον)
αφουκρούμαιαφουγκράζομαι
βαθέαβαθιά
δί’ςδίνεις
δράμ’μονάδα βάρους, το 1/400 της οκάς, πολλή μικρή ποσότητα από κάτι μεσ. ελλ. δράμιον < τουρκ. dirhem < περσ. dirham < αρχ. ελλ. δραχμή (αντιδάνειο)
έμορφαόμορφα
ενέσπαλεςξέχασες
εποίκεςέκανες, έφτιαξες ποιέω-ῶ
καίεταικαίγεται
μετ’μαζί με (με αιτιατική), με (τρόπος)
όθενόπου, οπουδήποτε, σε όποιον
οκάδεςοθωμανική μονάδα μέτρησης μάζας
όλιαόλα
ομμάτι͜αμάτια
πόνια(ονομ.) πόνοι, (αιτ.) πόνους
συνορθι͜ασμένατακτοποιημένα, διορθωμένα
τέρτι͜ακαημοί, βάσανα, στενοχώριες dert
τερώκοιτώ
φογούμαιφοβάμαι
χ̌ερόπαχεράκια
ψ̌ηψυχή
Τα τέρτι͜α μ’ δεκατρία

Ποντιακός Στίχος - Pontian Lyrics 2025

Επικοινωνία: infoDUMMY@pontianlyrics.gr

Με την ευγενική χορηγία φιλοξενίας της IpHost