.
.
Ανάμνησις του Πόντου Νο2

Είνας χ̌έρα

Στιχουργοί: Παραδοσιακό
Συνθέτες: Παραδοσιακό
Στιχουργοί: Παραδοσιακό
Συνθέτες: Παραδοσιακό
fullscreen
Τα χτήνι͜α εξέβαν σο μαντρί
θ’ αλμέ͜ει η παρχαρέτ’σσα
Γουρπάν’ ατ’ς, ποδεδίζ’ ατεν
ατέ έτον Σαντέτ’σσα

Είνας χ̌έρα ας σα Καϊλάρι͜α¹
πάει σ’ ορμάν’ σωρεύ’ χορτάρι͜α
Οξωπίσ’ φορεί τ’ ορτάρι͜α
και μαραίν’ τα παλληκάρι͜α

Τ’ αρνόπο μ’ παρχαρεύκεται
σα ψηλά τα ραχ̌ία
Πίν’ και τα κρύα τα νερά,
σύρει τη μαναχ̌ία/
σύρ’ και τη μαναχ̌ία

Τσ̌όφα μ’, ας ση Γαλίαιναν,
Τσ̌όφα μ’, ας σα Λιβάδι͜α²
Τσ̌όφα μ’, θα γράφτω τ’ όνεμα σ’
σ’ Α’ερί’ τα λιθάρι͜α
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλευση
Α’ερί’αϊ-Γιώργη
αλμέ͜ειαρμέγει
αρνόποαρνάκι, χαϊδευτική προσφώνηση γυναίκας
ας σααπ’ τα ασό σα (από τα)
ατέαυτή
ατεναυτήν
ατ’ςαυτής, της
γουρπάν’θυσία kurban/ḳurbān
είναςένας/μία
εξέβανβγήκαν
έτονήταν
λιθάρι͜αλιθάρια, πέτρες
μαναχ̌ίαμοναξιά
όνεμαόνομα
οξωπίσ’πίσω, αντίστροφα
ορμάν’δάσος orman
ορτάρι͜αμάλλινες κάλτσες ἀορτήρ
παρχαρέτ’σσαη γυναίκα που είναι επιφορτισμένη με τις δουλειές του παρχαριού (ορεινού τόπου θερινής βοσκής)
παρχαρεύκεταιπαραθερίζει σε θερινό βοσκότοπο (παρχάρι)
πίν’πίνω/ει
ποδεδίζ’(ενεργ. και μέση) χαίρομαι/εσαι, απολαμβάνω/ει, προσκυνώ/άει από+δέδιν (<δείδω=φοβάμαι, ανησυχώ)
ραχ̌ίαράχες, βουνά
σύρ’σύρω/ει, τραβάω/ει, ρίχνω/ει
σωρεύ’μαζεύει, συγκεντρώνει σωρεύω
Τσ̌όφα(γυν. όνομα) Σοφία
χ̌έραχήρα
χτήνι͜ααγελάδες
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλ.
Α’ερί’αϊ-Γιώργη
αλμέ͜ειαρμέγει
αρνόποαρνάκι, χαϊδευτική προσφώνηση γυναίκας
ας σααπ’ τα ασό σα (από τα)
ατέαυτή
ατεναυτήν
ατ’ςαυτής, της
γουρπάν’θυσία kurban/ḳurbān
είναςένας/μία
εξέβανβγήκαν
έτονήταν
λιθάρι͜αλιθάρια, πέτρες
μαναχ̌ίαμοναξιά
όνεμαόνομα
οξωπίσ’πίσω, αντίστροφα
ορμάν’δάσος orman
ορτάρι͜αμάλλινες κάλτσες ἀορτήρ
παρχαρέτ’σσαη γυναίκα που είναι επιφορτισμένη με τις δουλειές του παρχαριού (ορεινού τόπου θερινής βοσκής)
παρχαρεύκεταιπαραθερίζει σε θερινό βοσκότοπο (παρχάρι)
πίν’πίνω/ει
ποδεδίζ’(ενεργ. και μέση) χαίρομαι/εσαι, απολαμβάνω/ει, προσκυνώ/άει από+δέδιν (<δείδω=φοβάμαι, ανησυχώ)
ραχ̌ίαράχες, βουνά
σύρ’σύρω/ει, τραβάω/ει, ρίχνω/ει
σωρεύ’μαζεύει, συγκεντρώνει σωρεύω
Τσ̌όφα(γυν. όνομα) Σοφία
χ̌έραχήρα
χτήνι͜ααγελάδες
Σημειώσεις
¹ Παλιά ονομασία της Πτολεμαΐδας Κοζάνης
² Λιβάδι͜α: Χωριό της επαρχίας Γαλίαινας Τραπεζούντας

Ποντιακός Στίχος - Pontian Lyrics 2025

Επικοινωνία: infoDUMMY@pontianlyrics.gr

Με την ευγενική χορηγία φιλοξενίας της IpHost