.
.
Ανάμνησις του Πόντου Νο2

Θα πάω σ’ έναν έρημον

Στιχουργοί: Παραδοσιακό
Συνθέτες: Παραδοσιακό
Στιχουργοί: Παραδοσιακό
Συνθέτες: Παραδοσιακό
fullscreen
Θα πάω [πουλί μ’/γιάβρι μ’] σ’ έναν έρημον
τον Χάρον [πουλί μ’] ν’ ανταμώνω
Να λέγ’ ατον [πουλί μ’/γιάβρι μ’] τα τερτόπα μ’
την ψ̌η μ’ [πουλί μ’] να ξελαφρώνω

Θα πάω [πουλί μ’/γιάβρι μ’] σ’ έναν έρημον,
σ’ έναν [πουλί μ’] ισίζ’κον τόπον
Όθεν [πουλί μ’/γιάβρι μ’] ’κι κελαηδεί πουλίν,
όθεν ’κι πάει [πουλί μ’] λαλόπον

Αγούτο και τ’ εμόν η καρδι͜ά
και ντο πολλά [πουλί μ’]  -ν- εκάεν!
Άμον [και -ν-] έναν ψηλόν ραχ̌ίν
χ̌ιονόπον [πουλί μ’] εσ̌κεπάεν
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλευση
αγούτοαυτό/ή
άμονσαν, όπως, καθώς ἅμα
γιάβριμωρό, μικρό, παιδί yavru
εκάενκάηκε
εμόνδικός/ή/ό μου ἐμοῦ
εσ̌κεπάενσκεπάστηκε
ισίζ’κονερημικό, απομονωμένο ıssız
’κιδεν οὐκί<οὐχί
λαλόπονλαλιά, φωνή
όθενόπου, οπουδήποτε, σε όποιον
πολλά(επίθ.) πολλά, (επίρρ.) πολύ
ραχ̌ίνβουνό, ράχη
τερτόπα(υποκορ.) καημοί, βάσανα, στενοχώριες dert
χ̌ιονόπονχιονάκι
ψ̌ηψυχή
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλ.
αγούτοαυτό/ή
άμονσαν, όπως, καθώς ἅμα
γιάβριμωρό, μικρό, παιδί yavru
εκάενκάηκε
εμόνδικός/ή/ό μου ἐμοῦ
εσ̌κεπάενσκεπάστηκε
ισίζ’κονερημικό, απομονωμένο ıssız
’κιδεν οὐκί<οὐχί
λαλόπονλαλιά, φωνή
όθενόπου, οπουδήποτε, σε όποιον
πολλά(επίθ.) πολλά, (επίρρ.) πολύ
ραχ̌ίνβουνό, ράχη
τερτόπα(υποκορ.) καημοί, βάσανα, στενοχώριες dert
χ̌ιονόπονχιονάκι
ψ̌ηψυχή

Ποντιακός Στίχος - Pontian Lyrics 2025

Επικοινωνία: infoDUMMY@pontianlyrics.gr

Με την ευγενική χορηγία φιλοξενίας της IpHost