.
.
Παραδοσιακά

Τη θάλασσας το νερόν

Στιχουργοί: Παραδοσιακό
Συνθέτες: Παραδοσιακό
Τη θάλασσας το νερόν
Στιχουργοί: Παραδοσιακό
Συνθέτες: Παραδοσιακό
fullscreen
Τη θάλασσας το νερόν
αλυκόν έν’, αλυκόν
Τη κουτσ̌ή σ’ το φίλεμαν
σον πεκιάρ’ έν’ γιατρικόν

Κορτσόπον, τίνος είσαι;
μήλον κόκκινον είσαι
Παχ̌υμένον κι έμορφον
μασεματικόν είσαι
Τ’ εμόν μασεμάτ’ είσαι

Πάντα λες, πάντα γελάς
σο πεγάδ’ όντες θα πας
Τα παλληκάρι͜α κομπώντς
και χωρίς σειρά γομώντς
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλευση
αλυκόναλμυρό/ή
γομώντςγεμίζεις
εμόνδικός/ή/ό μου ἐμοῦ
έμορφονόμορφο
έν’είναι
κομπώντςεξαπατάς, ξεγελάς, μτφ. σαγηνεύεις κομβόω
κορτσόπονκοριτσάκι
κουτσ̌ήκόρη
μασεμάτ’αυτό που είναι για μάσημα
μασεματικόναυτό που είναι για μάσημα
όντεςόταν
παχ̌υμένονπαχυμένο, καλοθρεμμένο, παχύ, τροφαντό
πεγάδ’βρύση
πεκιάρ’(γεν. αιτ. ενικ.) εργένη, (ονομ. πληθ.) εργένηδες bekâr/bekār
τίνοςποιού;
φίλεμανφιλί
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλ.
αλυκόναλμυρό/ή
γομώντςγεμίζεις
εμόνδικός/ή/ό μου ἐμοῦ
έμορφονόμορφο
έν’είναι
κομπώντςεξαπατάς, ξεγελάς, μτφ. σαγηνεύεις κομβόω
κορτσόπονκοριτσάκι
κουτσ̌ήκόρη
μασεμάτ’αυτό που είναι για μάσημα
μασεματικόναυτό που είναι για μάσημα
όντεςόταν
παχ̌υμένονπαχυμένο, καλοθρεμμένο, παχύ, τροφαντό
πεγάδ’βρύση
πεκιάρ’(γεν. αιτ. ενικ.) εργένη, (ονομ. πληθ.) εργένηδες bekâr/bekār
τίνοςποιού;
φίλεμανφιλί
Τη θάλασσας το νερόν

Ποντιακός Στίχος - Pontian Lyrics 2025

Επικοινωνία: infoDUMMY@pontianlyrics.gr

Με την ευγενική χορηγία φιλοξενίας της IpHost