.
.
Ας σον Πόντον και πέρα

Να ’ίνεσαι τρι͜αντάφυλλον

Στιχουργοί: Παραδοσιακό
Συνθέτες: Παραδοσιακό
Να ’ίνεσαι τρι͜αντάφυλλον
Στιχουργοί: Παραδοσιακό
Συνθέτες: Παραδοσιακό
fullscreen
Να ’ίνεσαι τρι͜αντάφυλλον
σο χ̌έρι μ’ να κρατώ σε
Όντες θέλω μυρίσκουμαι,
όντες θέλω φιλώ σε

Όλεν τη νύχταν σ’ όρωμα μ’,
πουλί μ’, εσέν ελέπω
Ντο κείσαι σ’ εγκαλόπο μου
και τα μαλλόπα σ’ πλέκω

Αν θέλτς, πουλί μ’, πάντα να ζω
και πάντα να ελέπ’ς με
με το γλυκύν την καλατσ̌ή σ’
τ’ εμόν είσαι να λες με

Δύο άστρα είν’ σον ουρανόν
τ’ έναν πολλά ομοι͜άει σε
Σπιχτά δέσον το σπαλέρι σ’,
λύεται κι εντροπι͜άει σε
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλευση
γλυκύνγλυκιά/ό
δέσον(προστ.) δέσε
εγκαλόποαγκαλιά, αγκαλίτσα
είν’(για πληθ.) είναι
ελέπ’ςβλέπεις
ελέπωβλέπω
εμόνδικός/ή/ό μου ἐμοῦ
εντροπι͜άειντροπιάζει κπ
θέλτςθέλεις
’ίνεσαιγίνεσαι
καλατσ̌ήομιλία, συνομιλία, συζήτηση keleci=καλός λόγος (Παλαιά Τουρκική Ανατολίας)
κείσαικείτεσαι, ξαπλώνεις
λύεταιλιώνει
μαλλόπαμαλλάκια
μυρίσκουμαιμυρίζω κτ, οσφραίνομαι
όλενόλη/ο, ολόκληρη/ο
ομοι͜άειμοιάζει
όντεςόταν
όρωμαόνειρο
πολλά(επίθ.) πολλά, (επίρρ.) πολύ
σπαλέριμέρος γυναικείας ενδυμασίας αυτοτελές που χρησιμεύει ως κάλυμμα του στήθους spalliera
σπιχτάσφιχτά
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλ.
γλυκύνγλυκιά/ό
δέσον(προστ.) δέσε
εγκαλόποαγκαλιά, αγκαλίτσα
είν’(για πληθ.) είναι
ελέπ’ςβλέπεις
ελέπωβλέπω
εμόνδικός/ή/ό μου ἐμοῦ
εντροπι͜άειντροπιάζει κπ
θέλτςθέλεις
’ίνεσαιγίνεσαι
καλατσ̌ήομιλία, συνομιλία, συζήτηση keleci=καλός λόγος (Παλαιά Τουρκική Ανατολίας)
κείσαικείτεσαι, ξαπλώνεις
λύεταιλιώνει
μαλλόπαμαλλάκια
μυρίσκουμαιμυρίζω κτ, οσφραίνομαι
όλενόλη/ο, ολόκληρη/ο
ομοι͜άειμοιάζει
όντεςόταν
όρωμαόνειρο
πολλά(επίθ.) πολλά, (επίρρ.) πολύ
σπαλέριμέρος γυναικείας ενδυμασίας αυτοτελές που χρησιμεύει ως κάλυμμα του στήθους spalliera
σπιχτάσφιχτά
Να ’ίνεσαι τρι͜αντάφυλλον

Ποντιακός Στίχος - Pontian Lyrics 2025

Επικοινωνία: infoDUMMY@pontianlyrics.gr

Με την ευγενική χορηγία φιλοξενίας της IpHost