.
.
Πονεμέντσα μάνα

Ενέσπαλες

Ενέσπαλες
fullscreen
Ενέσπαλες ντο έλεγες,
ενέσπαλες ντ’ εποίν’νες [γιαρ]
Τα φυλλοκάρδα̤ σ’ για τ’ εμέν
έλεγες πως εδίν’νες [γιαρ]

Πολλά καιρός ’κ’ επέρασεν,
μονάχα λίγα χρόνα̤ [γιαρ]
Επέρες όλεν την χαρά μ’
κι εφόρτωσες με πόνα̤ [γιαρ]

Εγεραλάεψες την ψ̌η μ’,
Θεόν που ’κι φοβάσαι! [γιαρ]
Ασάευτον κι απόνετον,
τα νύχτας πώς κοιμάσαι; [γιαρ]
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλευση
απόνετονάπονο
ασάευτοναπερίσκεπτο, απρόσεκτο α- (στερ.) + saymak
γιαραγαπητός/ή/ό, αγάπη yâr
εγεραλάεψεςπλήγωσες, τραυμάτισες yaralamak
εδίν’νεςέδινες
ενέσπαλεςξέχασες
επέρεςπήρες
εποίν’νεςέκανες, έφτιαχνες ποιέω-ῶ
’κ’δεν οὐκί<οὐχί
’κιδεν οὐκί<οὐχί
νύχτας(ον.πληθ.,τα) νύχτες
όλενόλη/ο, ολόκληρη/ο
πολλά(επίθ.) πολλά, (επίρρ.) πολύ
πόνα̤(αιτ.) πόνοι, πόνους
φυλλοκάρδα̤τα φύλλα της καρδιάς
χρόνα̤χρόνια
ψ̌ηψυχή
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλ.
απόνετονάπονο
ασάευτοναπερίσκεπτο, απρόσεκτο α- (στερ.) + saymak
γιαραγαπητός/ή/ό, αγάπη yâr
εγεραλάεψεςπλήγωσες, τραυμάτισες yaralamak
εδίν’νεςέδινες
ενέσπαλεςξέχασες
επέρεςπήρες
εποίν’νεςέκανες, έφτιαχνες ποιέω-ῶ
’κ’δεν οὐκί<οὐχί
’κιδεν οὐκί<οὐχί
νύχτας(ον.πληθ.,τα) νύχτες
όλενόλη/ο, ολόκληρη/ο
πολλά(επίθ.) πολλά, (επίρρ.) πολύ
πόνα̤(αιτ.) πόνοι, πόνους
φυλλοκάρδα̤τα φύλλα της καρδιάς
χρόνα̤χρόνια
ψ̌ηψυχή
Ενέσπαλες

Ποντιακός Στίχος - Pontian Lyrics 2025

Επικοινωνία: infoDUMMY@pontianlyrics.gr

Με την ευγενική χορηγία φιλοξενίας της IpHost