.
.
Αροθυμώ και τραγωδώ

Ο Μάραντον

Στιχουργοί: Παραδοσιακό
Συνθέτες: Παραδοσιακό
Ο Μάραντον
Στιχουργοί: Παραδοσιακό
Συνθέτες: Παραδοσιακό
fullscreen
Τον Μάραντον χαρτίν έρθεν,
να πάει σην στρατείαν
Την νύχταν πάει σον μάστοραν,
την νύχταν μαστορεύει
Κόφτ’ ας τ’ ασήμι πέταλα
κι ας σο χρυσάφ’ καρφία
Κι η κάλη ατ’ παραστέκει͜ ατον
με το χρυσόν μαντίλι
τα δάκρυ͜α ατ’ς εκατήβαιναν,
Καλομηνά χαλάζι͜α
Καρφίν, καρφίν απλώνει͜ ατον,
την γην δάκρυ͜α γομώνει

-Πού πας, πού πας, νε Μάραντε,
κι εμέν σίναν αφήνεις;
-Αφήνω σε σον κύρη μου
σον Άγιον-Κωνσταντίνον
Αφήνω σε σην μάνα μου,
την Άγ̆ιαν-Ελένην
Αφήνω σε τον κρίαρον,
τον χρυσοκωδωνι͜άτεν
Αφήνω σε χρυσόν σταυρόν
κι αργυρόν δαχτυλίδιν
Το δαχτυλίδ’ πούλτσον και φά’
και τον σταυρόν προσ̌κύνα
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλευση
άγ̆ιαναγία
ας σοαπ’ το ασό σο (από το)
ατ’ςαυτής, της
γομώνειγεμίζει
εκατήβαινανκατέβαιναν
έρθενήρθε
κάληη αγαπητή σύζυγος, η σύζυγος
Καλομηνά(γεν.) Μαΐου, μαγιάτικα, (αιτ.) Μάιο
κόφτ’κόβει
παραστέκειβοηθά, στηρίζει, περιποιείται
πούλτσον(προστ.) πούλησε
σίναν(σε τίναν) σε ποιον/α;
φά’(προστ.) φάε
χρυσοκωδωνι͜άτεναυτός που φέρει χρυσά κουδούνια
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλ.
άγ̆ιαναγία
ας σοαπ’ το ασό σο (από το)
ατ’ςαυτής, της
γομώνειγεμίζει
εκατήβαινανκατέβαιναν
έρθενήρθε
κάληη αγαπητή σύζυγος, η σύζυγος
Καλομηνά(γεν.) Μαΐου, μαγιάτικα, (αιτ.) Μάιο
κόφτ’κόβει
παραστέκειβοηθά, στηρίζει, περιποιείται
πούλτσον(προστ.) πούλησε
σίναν(σε τίναν) σε ποιον/α;
φά’(προστ.) φάε
χρυσοκωδωνι͜άτεναυτός που φέρει χρυσά κουδούνια
Ο Μάραντον

Ποντιακός Στίχος - Pontian Lyrics 2025

Επικοινωνία: infoDUMMY@pontianlyrics.gr

Με την ευγενική χορηγία φιλοξενίας της IpHost