.
.
Η ποντιακή παράδοση συνεχίζεται με τον Μιχάλη Καλιοντζίδη

Αν αποθάνω

Στιχουργοί: Παραδοσιακό
Συνθέτες: Παραδοσιακό
Αν αποθάνω
Στιχουργοί: Παραδοσιακό
Συνθέτες: Παραδοσιακό
fullscreen
[Ωχ!] Αν αποθάνω [είπεν] θά- [ξαν] θάψτε με -ν [γιαρ ου]
[και] Σ’ έναν ψηλόν [ξαν] ραχ̌όπον [νέι]
Έι, πουλί μ’, έι!
[Ωχ!] Να ακούω [είπεν] τσ̌οπάν’ σ̌ύ-, [ξαν αρ’] σ̌ύρισμαν [γιαρ]
[και -ν-] αρ’ κεμεντζ̌ές [ξαν] λαλόπον [νέι]
Έι, πουλί μ’, έι!

[Ωφ!] Πουλί μ’, τα ζα [είπεν] [ξαν] ντ’ ερίαζες
[και] Τ’ έναν ακούει [ξαν] «Στεφάνα» [νέι]
Έι, πουλί μ’, έι!
[Ωχ!] Μίαν κι άλλο ας εφί-, [ξαν] εφίλ’ν’ ατεν, πουλί μου
[και -ν-] ύστερα ας επεθάν’να [νέι]
Έι, πουλί μ’, έι!

[Ωχ!-ν] Έσυρεν το μαχ̌αί- [ξαν] μαχ̌αιρόπον [γιαρ ου]
[και -ν-] εντώκεν σην καρδία μ’ [νέι, γιαρ]
[Ωχ!] Τρανόν γεράν εποί-[ξαν] εποίκεν με, [πουλί μου]
[Ωχ!] ’κι λαρούται [ξαν] καμίαν [νέι]
Έι, πουλί μ’, έι!
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλευση
αποθάνωπεθαίνω
αρ’εισάγει ή τονίζει πρόταση με ποικίλες σημασιολογικές αποχρώσεις: λοιπόν, άρα, έτσι, επομένως, δηλαδή, τέλος πάντων, τώρα, άντε, με χροιά παρότρυνσης ή επίγνωσης, όπως το τουρκ. ha ἄρα
ατεναυτήν
γεράνπληγή, τραύμα yara
γιαραγαπητός/ή/ό, αγάπη yâr
εντώκενχτύπησε
επεθάν’ναπέθαινα
εποίκενέκανε, έφτιαξε ποιέω-ῶ
ερίαζεςπρόσεχες, φυλούσες, επέβλεπες
έσυρενέσυρε, τράβηξε, έριξε
ζαζώα
καμίανποτέ
κεμεντζ̌έςλύρας kemençe/kemānçe
’κιδεν οὐκί<οὐχί
λαλόπονλαλιά, φωνή
λαρούταιγιατρεύεται, θεραπεύεται
μαχ̌αιρόπονμαχαιράκι
μίανμια φορά
μίαν κι άλλοάλλη μια φορά
ξανπάλι, ξανά
ουδεν ουκί<οὐχί
ραχ̌όπονραχούλα, μικρό βουνό
τσ̌οπάν’τσομπάνηδες, βοσκοί, (γεν.) τσομπάνων çoban/çūbān, şūbān
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλ.
αποθάνωπεθαίνω
αρ’εισάγει ή τονίζει πρόταση με ποικίλες σημασιολογικές αποχρώσεις: λοιπόν, άρα, έτσι, επομένως, δηλαδή, τέλος πάντων, τώρα, άντε, με χροιά παρότρυνσης ή επίγνωσης, όπως το τουρκ. ha ἄρα
ατεναυτήν
γεράνπληγή, τραύμα yara
γιαραγαπητός/ή/ό, αγάπη yâr
εντώκενχτύπησε
επεθάν’ναπέθαινα
εποίκενέκανε, έφτιαξε ποιέω-ῶ
ερίαζεςπρόσεχες, φυλούσες, επέβλεπες
έσυρενέσυρε, τράβηξε, έριξε
ζαζώα
καμίανποτέ
κεμεντζ̌έςλύρας kemençe/kemānçe
’κιδεν οὐκί<οὐχί
λαλόπονλαλιά, φωνή
λαρούταιγιατρεύεται, θεραπεύεται
μαχ̌αιρόπονμαχαιράκι
μίανμια φορά
μίαν κι άλλοάλλη μια φορά
ξανπάλι, ξανά
ουδεν ουκί<οὐχί
ραχ̌όπονραχούλα, μικρό βουνό
τσ̌οπάν’τσομπάνηδες, βοσκοί, (γεν.) τσομπάνων çoban/çūbān, şūbān
Αν αποθάνω

Ποντιακός Στίχος - Pontian Lyrics 2025

Επικοινωνία: infoDUMMY@pontianlyrics.gr

Με την ευγενική χορηγία φιλοξενίας της IpHost