.
.
Ευξείνια παρακαταθήκη

Τρεις αετοί, τρεις αετοί

Στιχουργοί: Παραδοσιακό
Συνθέτες: Παραδοσιακό
Τρεις αετοί, τρεις αετοί
Στιχουργοί: Παραδοσιακό
Συνθέτες: Παραδοσιακό
fullscreen
Τρεις αετοί, τρεις αετοί
κι οι τρεις γαϊτανωμένοι
Έγκαν φαΐν, έγκαν ποτήν
κάθουνταν τρών’ και πίν’νε

Ο εις έπεν πολλά κρασίν
εμέθυσεν κι ερρούξεν
Ο άλλος επαραμέθυσεν
κι ελάθεψεν την στράταν
Ο άλλος επαραγέρασεν
κι ετσακοφτερουλίεν

Μη κλαίτε ατόν π’ εμέθυσεν,
απομεθεί και σ’κούται
Μη κλαίτε ατόν π’ ελάθεψεν,
καταρωτά και πάει
Κλάψ’τεν ατόν π’ εγέρασεν
και -ν- άλλο φτερά ’κι φέρει
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλευση
απομεθείξεμεθάει
γαϊτανωμένοιστολισμένοι ή κεντημένοι με γαϊτάνι
εγέρασενγέρασε
έγκανέφεραν
ελάθεψενλάθεψε, έκανε λάθος
εμέθυσενμέθυσε
επαραγέρασενπαραγέρασε
επαραμέθυσενπαραμέθυσε
έπενήπιε
ερρούξενέπεσε
ετσακοφτερουλίενέσπασε τα φτερά του
κάθουντανκάθονται
καταρωτάρωτάει επανειλημμένα, εξετάζει με προσοχή από κάθε άποψη
’κιδεν οὐκί<οὐχί
πίν’νεπίνουν
πολλά(επίθ.) πολλά, (επίρρ.) πολύ
ποτήνκάθε οινοπνευματώδες ποτό, πιοτί
σ’κούταισηκώνεται
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλ.
απομεθείξεμεθάει
γαϊτανωμένοιστολισμένοι ή κεντημένοι με γαϊτάνι
εγέρασενγέρασε
έγκανέφεραν
ελάθεψενλάθεψε, έκανε λάθος
εμέθυσενμέθυσε
επαραγέρασενπαραγέρασε
επαραμέθυσενπαραμέθυσε
έπενήπιε
ερρούξενέπεσε
ετσακοφτερουλίενέσπασε τα φτερά του
κάθουντανκάθονται
καταρωτάρωτάει επανειλημμένα, εξετάζει με προσοχή από κάθε άποψη
’κιδεν οὐκί<οὐχί
πίν’νεπίνουν
πολλά(επίθ.) πολλά, (επίρρ.) πολύ
ποτήνκάθε οινοπνευματώδες ποτό, πιοτί
σ’κούταισηκώνεται
Τρεις αετοί, τρεις αετοί

Ποντιακός Στίχος - Pontian Lyrics 2025

Επικοινωνία: infoDUMMY@pontianlyrics.gr

Με την ευγενική χορηγία φιλοξενίας της IpHost