.
.
Ποντιακά παράπονα

Ση Ματσούκαν

Ση Ματσούκαν
fullscreen
Ση Ματσούκαν, μικρόν παιδίν,
ας λέγω σας ντ’ εποίν’να
Τα άσ̌κεμα -ν- εχώριζα
και τ’ έμορφα -ν- εφίλ’να

Ση Ματσούκαν ετράνυνα,
έφαγα τα παράδες
Τ’ εμόν το βίον έφαγαν
τη χώρας οι νυφάδες

Ση Ματσούκας τα χώματα
θα ευρήκ’νε το ταφόπο μ’
Έναν σταυρόν κι έναν λιθάρ’
θα έν’ τ’ εμόν ο τόπον
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλευση
άσ̌κεμαάσχημα
βίοντο βιος, το σύνολο των ζωντανών που έχει στην ιδιοκτησία του κάποιος, η περιουσία κάποιου
εμόνδικός/ή/ό μου ἐμοῦ
έμορφαόμορφα
έν’είναι
εποίν’ναέκανα, έφτιαχνα ποιέω-ῶ
ετράνυναμεγάλωσα, ανέθρεψα τρανόω-ῶ
ευρήκ’νεβρίσκουν
εφίλ’ναφιλούσα
εχώριζαχώριζα, ξεχώριζα, ξεδιάλεγα
λιθάρ’λιθάρι, πέτρα
νυφάδεςνύφες
παράδεςλεφτά, χρήματα para/pāre
ταφόπο(υποκορ.) τάφος
χώραςξένος/η/ο/οι γενικά, οι/το/τα μη οικείο/α, ξενιτειάς
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλ.
άσ̌κεμαάσχημα
βίοντο βιος, το σύνολο των ζωντανών που έχει στην ιδιοκτησία του κάποιος, η περιουσία κάποιου
εμόνδικός/ή/ό μου ἐμοῦ
έμορφαόμορφα
έν’είναι
εποίν’ναέκανα, έφτιαχνα ποιέω-ῶ
ετράνυναμεγάλωσα, ανέθρεψα τρανόω-ῶ
ευρήκ’νεβρίσκουν
εφίλ’ναφιλούσα
εχώριζαχώριζα, ξεχώριζα, ξεδιάλεγα
λιθάρ’λιθάρι, πέτρα
νυφάδεςνύφες
παράδεςλεφτά, χρήματα para/pāre
ταφόπο(υποκορ.) τάφος
χώραςξένος/η/ο/οι γενικά, οι/το/τα μη οικείο/α, ξενιτειάς
Ση Ματσούκαν

Ποντιακός Στίχος - Pontian Lyrics 2025

Επικοινωνία: infoDUMMY@pontianlyrics.gr

Με την ευγενική χορηγία φιλοξενίας της IpHost