.
.
Αροθυμία

Ν’ αηλί, πού θα χ̌ειμάζω

Ν’ αηλί, πού θα χ̌ειμάζω
fullscreen
Πουλί μ’, επέμ’να σο κλαδίν,
ν’ αηλί που θα χ̌ειμάζω
Κατάραν έχω ας σον Θεόν,
πάντα ν’ αναστενάζω

Πώς λέτε με να τραγωδώ;
η καρδι͜ά μ’ εματώθεν
Όθεν κλαδίν επίασα
εσάπεν κι ετσακώθεν

Πούλτσον και χάσον τ’ άλογο σ’,
άφ’ς τα κατιρτσ̌ιλούκα̤ σ’
Τ’ αρνόπο σ’ επιδέβε σε -ν-,
κρίμαν σα χαβασλούκα̤ σ’
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλευση
αηλίαλίμονο ἀ- + μεσαιωνική ελληνική ἠλί < εβραϊκά אל (θεός)
αρνόποαρνάκι, χαϊδευτική προσφώνηση γυναίκας
ας σοναπ’ τον ασό σον (από τον)
άφ’ς(προστ.) άφησε
εματώθενματώθηκε
επέμ’νααπόμεινα
επιδέβεέφυγε, άφησε πίσω, προσπέρασε, ξεπέρασε
εσάπενσάπισε
ετσακώθενέσπασε
κατιρτσ̌ιλούκα̤το επάγγελμα του αγωγιάτη katırcılık
ν’ αηλίαλίμονο μεσαιων. ελλ. ἀλί<ἀ- + ἠλί (εβραϊκά אל)= θεός
όθενόπου, οπουδήποτε, σε όποιον
πούλτσον(προστ.) πούλησε
τραγωδώτραγουδάω
χ̌ειμάζωπερνώ κάπου τον χειμώνα, (για ζώα) τα βοηθάω να ξεχειμωνιάσουν, για τον καιρό χειμωνιάζω
χαβασλούκα̤πόθοι, επιθυμίες, γούστα heveslilik
χάσον(προστ.) άφησε, διώξε
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλ.
αηλίαλίμονο ἀ- + μεσαιωνική ελληνική ἠλί < εβραϊκά אל (θεός)
αρνόποαρνάκι, χαϊδευτική προσφώνηση γυναίκας
ας σοναπ’ τον ασό σον (από τον)
άφ’ς(προστ.) άφησε
εματώθενματώθηκε
επέμ’νααπόμεινα
επιδέβεέφυγε, άφησε πίσω, προσπέρασε, ξεπέρασε
εσάπενσάπισε
ετσακώθενέσπασε
κατιρτσ̌ιλούκα̤το επάγγελμα του αγωγιάτη katırcılık
ν’ αηλίαλίμονο μεσαιων. ελλ. ἀλί<ἀ- + ἠλί (εβραϊκά אל)= θεός
όθενόπου, οπουδήποτε, σε όποιον
πούλτσον(προστ.) πούλησε
τραγωδώτραγουδάω
χ̌ειμάζωπερνώ κάπου τον χειμώνα, (για ζώα) τα βοηθάω να ξεχειμωνιάσουν, για τον καιρό χειμωνιάζω
χαβασλούκα̤πόθοι, επιθυμίες, γούστα heveslilik
χάσον(προστ.) άφησε, διώξε
Ν’ αηλί, πού θα χ̌ειμάζω

Ποντιακός Στίχος - Pontian Lyrics 2025

Επικοινωνία: infoDUMMY@pontianlyrics.gr

Με την ευγενική χορηγία φιλοξενίας της IpHost