.
.
Αροθυμία

Αροθυμία τρώει με

Αροθυμία τρώει με
fullscreen
Όσα κι αν παίρω σα μακρά -ν-
αροθυμία τρώει με
Αν βάλλω κι εξαμών’ ατα
αξία τουν μικρόν έν’

Τη ξενιτείας την παράν
πληρώντς α’ με την υεία σ’
Γεράς, σουφρώντς και λύεσαι
κι ασπρύν’νε τα μαλλία σ’

Εφέκα φίλτς και συγγενείς
και ζω σε ξένον τόπον
Τα δά̤κρυ͜α μ’ πίνω για νερόν,
φαρμακών’νε το ψ̌όπο μ’
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλευση
α’(ατό) αυτό, το
αροθυμίανοσταλγία
ασπρύν’νεασπρίζουν
ατααυτά
βάλλωβάζω
γεράςγερνάς
έν’είναι
εξαμών’παίρνω μέτρα, καταμετρώ, μετρώ, συγκρίνω προσμετρώντας, μτφ. θέλω να προσμετρηθώ με κπ, συναγωνίζομαι, εκτείνω το χέρι μου απειλητικά
εφέκαάφησα
λύεσαιλιώνεις
μακρά(επιρρ.) μακριά, (επιθ.) μακρινά, απομακρυσμένα
όσαόσες φορές
παίρωπαίρνω
παράνλεφτά, το χρήμα para/pāre
πληρώντςπληρώνεις
σουφρώντςσουφρώνεις, κάνεις πτυχές, ρυτιδώνεσαι, μτφ. γίνεσαι κατηφής, σκυθρωπιάζεις
τουντους
υείαυγεία
φαρμακών’νεφαρμακώνουν
φίλτςφίλους
ψ̌όποψυχούλα
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλ.
α’(ατό) αυτό, το
αροθυμίανοσταλγία
ασπρύν’νεασπρίζουν
ατααυτά
βάλλωβάζω
γεράςγερνάς
έν’είναι
εξαμών’παίρνω μέτρα, καταμετρώ, μετρώ, συγκρίνω προσμετρώντας, μτφ. θέλω να προσμετρηθώ με κπ, συναγωνίζομαι, εκτείνω το χέρι μου απειλητικά
εφέκαάφησα
λύεσαιλιώνεις
μακρά(επιρρ.) μακριά, (επιθ.) μακρινά, απομακρυσμένα
όσαόσες φορές
παίρωπαίρνω
παράνλεφτά, το χρήμα para/pāre
πληρώντςπληρώνεις
σουφρώντςσουφρώνεις, κάνεις πτυχές, ρυτιδώνεσαι, μτφ. γίνεσαι κατηφής, σκυθρωπιάζεις
τουντους
υείαυγεία
φαρμακών’νεφαρμακώνουν
φίλτςφίλους
ψ̌όποψυχούλα
Αροθυμία τρώει με

Ποντιακός Στίχος - Pontian Lyrics 2025

Επικοινωνία: infoDUMMY@pontianlyrics.gr

Με την ευγενική χορηγία φιλοξενίας της IpHost