.
.
Αγαπώ σε, λέγω σε

Πιτσ̌ίμι͜α ευτάει με

Πιτσ̌ίμι͜α ευτάει με
fullscreen
Θεία μ’, ασ’ όλων το μικρόν
ας σα τρία κορτσόπα σ’
Ατό εμέν επίασεν
σα δύο τα χ̌ειλόπα τ’ς

Εγνέφ’σε με να κλίσκουμαι,
θαρρώ πως κάτ’ θα λέει με
Φιλεί με το αφώτιστον
σην καρδι͜ά μ’, τογραεύ’ με

Πιτσ̌ίμι͜α ευτάει με έμορφα
άμον το κατοπούλιν
Αποφκακέσ’ όντες τερεί
χάνω, θεία, τ’ αχούλι μ’

Δος μ’ ατεν, θεία, δος μ’ ατεν,
καλό σον κόσμον ποίσον
Να εξέρτς αν ’κι δί’ς μ’ ατεν
σην κακοσύνια μ’ χτίσον
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλευση
άμονσαν, όπως, καθώς ἅμα
αποφκακέσ’από κάτω πέρα
ας σααπ’ τα ασό σα (από τα)
ασ’από
ατεναυτήν
αφώτιστοναυτός/ο που δεν έχει βαφτιστεί, πονηρός/ό, κακός/ό, (για λόγια και πράξεις) απρεπές, αξιοθαύμαστος/ο
αχούλιμυαλό akıl/ʿaḳl
δί’ςδίνεις
δοςδώσε
εγνέφ’σεξύπνησε
έμορφαόμορφα
εξέρτςξέρεις, γνωρίζεις
επίασενπιάστηκε
ευτάεικάνει, φτιάχνει εὐθειάζω
κακοσύνιακακοσύνη, κακία
κατοπούλινγατάκι, νεογνό γάτας
’κιδεν οὐκί<οὐχί
κλίσκουμαισκύβω, κλίνω
κορτσόπακοριτσάκια
όντεςόταν
πιτσ̌ίμι͜αμορφές, όψεις/πρόσωπα, σχέδια, στυλ/τρόποι, κομψότητα biçim
ποίσον(προστ.) κάνε, φτιάξε ποιέω, ποιῶ
τερείκοιτάει
τογραεύ’κομματιάζει doğramak
χ̌ειλόπαχειλάκια
χτίσον(προστ.) χτίσε, φτιάξε
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλ.
άμονσαν, όπως, καθώς ἅμα
αποφκακέσ’από κάτω πέρα
ας σααπ’ τα ασό σα (από τα)
ασ’από
ατεναυτήν
αφώτιστοναυτός/ο που δεν έχει βαφτιστεί, πονηρός/ό, κακός/ό, (για λόγια και πράξεις) απρεπές, αξιοθαύμαστος/ο
αχούλιμυαλό akıl/ʿaḳl
δί’ςδίνεις
δοςδώσε
εγνέφ’σεξύπνησε
έμορφαόμορφα
εξέρτςξέρεις, γνωρίζεις
επίασενπιάστηκε
ευτάεικάνει, φτιάχνει εὐθειάζω
κακοσύνιακακοσύνη, κακία
κατοπούλινγατάκι, νεογνό γάτας
’κιδεν οὐκί<οὐχί
κλίσκουμαισκύβω, κλίνω
κορτσόπακοριτσάκια
όντεςόταν
πιτσ̌ίμι͜αμορφές, όψεις/πρόσωπα, σχέδια, στυλ/τρόποι, κομψότητα biçim
ποίσον(προστ.) κάνε, φτιάξε ποιέω, ποιῶ
τερείκοιτάει
τογραεύ’κομματιάζει doğramak
χ̌ειλόπαχειλάκια
χτίσον(προστ.) χτίσε, φτιάξε
Πιτσ̌ίμι͜α ευτάει με

Ποντιακός Στίχος - Pontian Lyrics 2025

Επικοινωνία: infoDUMMY@pontianlyrics.gr

Με την ευγενική χορηγία φιλοξενίας της IpHost