.
.
fullscreen
Ο γέρον όταν γερά
θέλ’ φαΐα ατός καλά
Ζέστι͜α θέλ’ για να χουλείται,
με τη γραίαν ν’ ανταμούται
Και καμίαν ’κι ανασπάλλ’
τη γραίαν για να μαλάζ’

Ο γέρον εκουνέθεν
και τη γραίαν αναμέν’
«Ε! κουτσ̌ή, Παρασ̌κευή,
το καντήλι σ’ ’κι θ’ αφτύντς;»
Λέει με «γέρον, δέβα πλάν,
το τσ̌ακμάκι σ’ ’κι πιάν’»

Το φυτίλ’ ο γέρον βγάλλ’,
σο καντήλ’ τη γραίας βάλλ’
Ο γέρον αληγορεί
σο καντήλ’ το λάδ’ να ’κχ̌ύν’
«Γέρο, εμουρτάρτσες με
κι εμέν εκολάτ’σες με»
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλευση
αληγορείβιάζεται
αναμέν’περιμένει
ανασπάλλ’ξεχνάω/ει
ανταμούταιανταμώνει, συναντά κπ
ατόςαυτός
αφτύντςανάβεις
βάλλ’βάζω/ει
γεράγερνάει
γραίανγριά
γραίαςγριάς
δέβα(προστ.) πήγαινε
εκολάτ’σεςκόλασες, έκανες κπ να αμαρτήσει
εκουνέθενκουνήθηκε
εμουρτάρτσεςβρώμισες, λέρωσες με ακαθαρσίες, μτφρ προξένησες βλάβη/ ζημιά murdar olmak<murdār
ζέστι͜αζέστη
καμίανποτέ
’κιδεν οὐκί<οὐχί
κουτσ̌ήκόρη
’κχ̌ύν’εκχύνει, χύνει, εκβάλλει εκχύνω<ἐγχέω< ἐν + χέω
μαλάζ’μαλάσσει, ανακατεύει
πιάν’πιάνει
πλάνπλάι, πλαϊνό/ παρακείμενο μέρος, παραπέρα
τσ̌ακμάκιείδος αναπτήρα που χρησιμοποιεί τσακμακόπετρα, αναπτήρας çakmak
φαΐαφαγητά
χουλείταιζεσταίνεται, θερμαίνεται
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλ.
αληγορείβιάζεται
αναμέν’περιμένει
ανασπάλλ’ξεχνάω/ει
ανταμούταιανταμώνει, συναντά κπ
ατόςαυτός
αφτύντςανάβεις
βάλλ’βάζω/ει
γεράγερνάει
γραίανγριά
γραίαςγριάς
δέβα(προστ.) πήγαινε
εκολάτ’σεςκόλασες, έκανες κπ να αμαρτήσει
εκουνέθενκουνήθηκε
εμουρτάρτσεςβρώμισες, λέρωσες με ακαθαρσίες, μτφρ προξένησες βλάβη/ ζημιά murdar olmak<murdār
ζέστι͜αζέστη
καμίανποτέ
’κιδεν οὐκί<οὐχί
κουτσ̌ήκόρη
’κχ̌ύν’εκχύνει, χύνει, εκβάλλει εκχύνω<ἐγχέω< ἐν + χέω
μαλάζ’μαλάσσει, ανακατεύει
πιάν’πιάνει
πλάνπλάι, πλαϊνό/ παρακείμενο μέρος, παραπέρα
τσ̌ακμάκιείδος αναπτήρα που χρησιμοποιεί τσακμακόπετρα, αναπτήρας çakmak
φαΐαφαγητά
χουλείταιζεσταίνεται, θερμαίνεται
Ο γέρον όταν γερά

Ποντιακός Στίχος - Pontian Lyrics 2025

Επικοινωνία: infoDUMMY@pontianlyrics.gr

Με την ευγενική χορηγία φιλοξενίας της IpHost