.
.
Μυλεχτόν

Η κεντή μ’

Η κεντή μ’
fullscreen
Τ’ αχούλι μ’ άμον το παπόρ’,
θάλασσα τα γεράδας
Και ογρασ̌εύ’ να μη πατεύ’
απέσ’ σ’ άγρι͜α ταλγάδας

Αγνόν έν’ το ιδίωμα μ’,
ση χώραν ξάι ’κ’ ιεύω
Ήντζαν σο λόγον ατ’ ’κι στέκ’,
νέ θέλω, νέ ινανεύω

Το ταπιέτι μ’ άκακον,
καν’νάν ’κι γουζτουρεύω
Ήμποιος χρειάσ̌κεται γιαρτίμ
εκέσ’ ’α πάω κονεύω

Ατείντς π’ εξέρω να μετράς,
ημέραν ’α τελείται
Τοι φίλτς ι-μ’ για να λογαρι͜άεις,
τ’ έναν το χ̌έρ’ κανείται
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλευση
’αθα
αγνόναλλόκοτο/η, περίεργο/η, σπουδαίο/α, αξιοθαύμαστο/η ἀγνώς (άγνωστος)<ἀ- + γιγνώσκω
άμονσαν, όπως, καθώς ἅμα
απέσ’μέσα
ατείντςαυτούς
αχούλιμυαλό akıl/ʿaḳl
γεράδαςπληγές, τραύματα yara
γιαρτίμβοήθεια, υποστήριξη, συμπαράσταση yardım
γουζτουρεύωπειράζω, εξαγριώνω, ενοχλώ, ερεθίζω kızdırmak
εκέσ’εκεί
έν’είναι
ήμποιοςόποιος
ήντζανοποιοσδήποτε, όποιος / οποιονδήποτε, όποιον
ιδίωμαη συνήθεια, ο τρόπος
ιεύωταιριάζω uymak
ινανεύωπιστεύω, εμπιστεύομαι inanmak
’κ’δεν οὐκί<οὐχί
κανείταιείναι αρκετό, επαρκεί για κτ ἱκανόω
καν’νάνκανέναν
’κιδεν οὐκί<οὐχί
κονεύωεγκαθίσταμαι, φωλιάζω, προσγειώνομαι (επί πτηνών) konmak
λογαρι͜άειςλογαριάζεις, υπολογίζεις
νέούτε ne
ξάικαθόλου
ογρασ̌εύ’(αμτβ) πασχίζει, παλεύει uğraşmak
παπόρ’βαπόρι, καράβι vapore
πατεύ’βυθίζεται, βουλιάζει μτφ. δύει, μτφ. καταρρέει, μτφ. χρεωκοπεί batmak
ταλγάδαςκύματα dalga
ταπιέτισυνήθεια, χαρακτηριστικό, ο χαρακτήρας ενός ανθρώπου tabiat/ṭabīʿat
τελείται(αμτβ.) τελειώνει, εξαντλείται, μτφ. πεθαίνει
τοιτους/τις
φίλτςφίλους
χ̌έρ’χέρι
χώρανξένους, μη οικείους, ξενιτειά
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλ.
’αθα
αγνόναλλόκοτο/η, περίεργο/η, σπουδαίο/α, αξιοθαύμαστο/η ἀγνώς (άγνωστος)<ἀ- + γιγνώσκω
άμονσαν, όπως, καθώς ἅμα
απέσ’μέσα
ατείντςαυτούς
αχούλιμυαλό akıl/ʿaḳl
γεράδαςπληγές, τραύματα yara
γιαρτίμβοήθεια, υποστήριξη, συμπαράσταση yardım
γουζτουρεύωπειράζω, εξαγριώνω, ενοχλώ, ερεθίζω kızdırmak
εκέσ’εκεί
έν’είναι
ήμποιοςόποιος
ήντζανοποιοσδήποτε, όποιος / οποιονδήποτε, όποιον
ιδίωμαη συνήθεια, ο τρόπος
ιεύωταιριάζω uymak
ινανεύωπιστεύω, εμπιστεύομαι inanmak
’κ’δεν οὐκί<οὐχί
κανείταιείναι αρκετό, επαρκεί για κτ ἱκανόω
καν’νάνκανέναν
’κιδεν οὐκί<οὐχί
κονεύωεγκαθίσταμαι, φωλιάζω, προσγειώνομαι (επί πτηνών) konmak
λογαρι͜άειςλογαριάζεις, υπολογίζεις
νέούτε ne
ξάικαθόλου
ογρασ̌εύ’(αμτβ) πασχίζει, παλεύει uğraşmak
παπόρ’βαπόρι, καράβι vapore
πατεύ’βυθίζεται, βουλιάζει μτφ. δύει, μτφ. καταρρέει, μτφ. χρεωκοπεί batmak
ταλγάδαςκύματα dalga
ταπιέτισυνήθεια, χαρακτηριστικό, ο χαρακτήρας ενός ανθρώπου tabiat/ṭabīʿat
τελείται(αμτβ.) τελειώνει, εξαντλείται, μτφ. πεθαίνει
τοιτους/τις
φίλτςφίλους
χ̌έρ’χέρι
χώρανξένους, μη οικείους, ξενιτειά
Η κεντή μ’

Ποντιακός Στίχος - Pontian Lyrics 2025

Επικοινωνία: infoDUMMY@pontianlyrics.gr

Με την ευγενική χορηγία φιλοξενίας της IpHost