.
.
Δεντρά, όντες ανθίζετεν

Λαλώ, λαλώ, κανείς ’κι ακούει

Στιχουργοί: Παραδοσιακό
Συνθέτες: Παραδοσιακό
Στιχουργοί: Παραδοσιακό
Συνθέτες: Παραδοσιακό
fullscreen
Λαλώ, λαλώ, κανείς ’κι ακούει,
κανείς τσ̌οάπ’ ’κι δί’ με
Νύχταν ημέραν μαναχός,
έρημος πάντα είμαι

Μη κλαις, πουλόπο μ’, άδικα,
ο πόνον ’κι τελείται
Έναν καρδόπον μαναχόν
σα πόνα̤ ’κι κανείται

Να τραγωδώ πονεί η ψ̌η μ’,
να κλαίω το καρδόπο μ’
ντ’ ερρώστεσε με αγιάτρευτα
τ’ εσόν η εγάπ’, πουλόπο μ’
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλευση
δί’δίνει
εγάπ’αγάπη
ερρώστεσεαρρώστησε
εσόνδικός/ή/ό σου
κανείταιείναι αρκετό, επαρκεί για κτ ἱκανόω
καρδόποκαρδούλα
καρδόπονκαρδούλα
’κιδεν οὐκί<οὐχί
λαλώβγάζω λαλιά, καλώ, αποκαλώ, προσκαλώ, οδηγώ
μαναχόν(έναρθρο) μοναχός, μοναχό, (επίρρ) μόνο/μοναχά
μαναχόςμοναχός, μόνος
πόνα̤(αιτ.) πόνοι, πόνους
πουλόποπουλάκι
τελείται(αμτβ.) τελειώνει, εξαντλείται, μτφ. πεθαίνει
τραγωδώτραγουδάω
τσ̌οάπ’απόκριση, αναφορά cevap/cevāb
ψ̌ηψυχή
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλ.
δί’δίνει
εγάπ’αγάπη
ερρώστεσεαρρώστησε
εσόνδικός/ή/ό σου
κανείταιείναι αρκετό, επαρκεί για κτ ἱκανόω
καρδόποκαρδούλα
καρδόπονκαρδούλα
’κιδεν οὐκί<οὐχί
λαλώβγάζω λαλιά, καλώ, αποκαλώ, προσκαλώ, οδηγώ
μαναχόν(έναρθρο) μοναχός, μοναχό, (επίρρ) μόνο/μοναχά
μαναχόςμοναχός, μόνος
πόνα̤(αιτ.) πόνοι, πόνους
πουλόποπουλάκι
τελείται(αμτβ.) τελειώνει, εξαντλείται, μτφ. πεθαίνει
τραγωδώτραγουδάω
τσ̌οάπ’απόκριση, αναφορά cevap/cevāb
ψ̌ηψυχή

Ποντιακός Στίχος - Pontian Lyrics 2025

Επικοινωνία: infoDUMMY@pontianlyrics.gr

Με την ευγενική χορηγία φιλοξενίας της IpHost