.
.
Πανόραμα ποντιακού τραγουδιού

Αγρέλαφον

Στιχουργοί: Παραδοσιακό
Συνθέτες: Παραδοσιακό
Αγρέλαφον
Στιχουργοί: Παραδοσιακό
Συνθέτες: Παραδοσιακό
fullscreen
Το πέραν - πέραν κάθεται,
[Αγρέλαφον, αγρέλαφον!]
το πέραν κατεβαίνει
[Για πέει με γιατί, αγρέλαφον;]

Και να τσουρούται η θάλασσα
[Αγρέλαφον, αγρέλαφον!]
και κόπεται λιβάδια
[Για πέει με γιατί, αγρέλαφον;]

Και ντ’ έπαθες αγρέλαφον,
[Αγρέλαφον, αγρέλαφον!]
’κι βόσ̌κεσαι λιβάδι;
[Για πέει με γιατί, αγρέλαφον;]
Γιάμ’ η μάνα σ’ επέθανεν;
[Αγρέλαφον, αγρέλαφον!]
Γιάμ’ ο κύρης ετάφεν;
[Για πέει με γιατί, αγρέλαφον;]

-Νι͜ά η μάνα μ’ επέθανεν,
[Ας λέγω σε! Λελεύω σε!]
νι͜ά ο κύρη μ’ ετάφεν
[Όι! Ν’ αηλί εμέν, να βάι εμέν!]

Τη πατέρας ι-μ’ τ’ αγελάδ’,
[Ας λέγω σε! Λελεύω σε!]
τη μάνας ι-μ’ το χτήνον
[Όι! Ν’ αηλί εμέν, να βάι εμέν!]
έρθεν ο λύκον κι έφαεν
[Ας λέγω σε! Λελεύω σε!]
και κλαίει το λιβάδι
[Όι! Ν’ αηλί εμέν το αχάρον!]
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλευση
αγελάδ’δαμαλίδα, νεαρή αγελάδα
αγρέλαφοντο άγριο ελάφι
αηλίαλίμονο ἀ- + μεσαιωνική ελληνική ἠλί < εβραϊκά אל (θεός)
βόσ̌κεσαιβοσκάς
γιάμ’μήπως, ή μη ya/yā + μη
επέθανενπέθανε
έρθενήρθε
ετάφενενταφιάστηκε
έφαενέφαγε
’κιδεν οὐκί<οὐχί
κόπεταικόβεται
λελεύωχαίρομαι
ν’ αηλίαλίμονο μεσαιων. ελλ. ἀλί<ἀ- + ἠλί (εβραϊκά אל)= θεός
νι͜άούτε ne
πέει(προστ.) πες
τσουρούταιστεγνώνει, στραγγίζεται σειρώ=εκκενώνω, αδειάζω
χτήνοναγελάδα
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλ.
αγελάδ’δαμαλίδα, νεαρή αγελάδα
αγρέλαφοντο άγριο ελάφι
αηλίαλίμονο ἀ- + μεσαιωνική ελληνική ἠλί < εβραϊκά אל (θεός)
βόσ̌κεσαιβοσκάς
γιάμ’μήπως, ή μη ya/yā + μη
επέθανενπέθανε
έρθενήρθε
ετάφενενταφιάστηκε
έφαενέφαγε
’κιδεν οὐκί<οὐχί
κόπεταικόβεται
λελεύωχαίρομαι
ν’ αηλίαλίμονο μεσαιων. ελλ. ἀλί<ἀ- + ἠλί (εβραϊκά אל)= θεός
νι͜άούτε ne
πέει(προστ.) πες
τσουρούταιστεγνώνει, στραγγίζεται σειρώ=εκκενώνω, αδειάζω
χτήνοναγελάδα
Αγρέλαφον

Ποντιακός Στίχος - Pontian Lyrics 2025

Επικοινωνία: infoDUMMY@pontianlyrics.gr

Με την ευγενική χορηγία φιλοξενίας της IpHost