.
.
Είκοσι ποντιακοί χοροί και τραγούδια

Μωμοέρι͜α

Στιχουργοί: Παραδοσιακό
Συνθέτες: Παραδοσιακό
Μωμοέρι͜α
Στιχουργοί: Παραδοσιακό
Συνθέτες: Παραδοσιακό
fullscreen
Τα μωμοέρι͜α εξέβανε
τα Φώτα, τ’ Αγιαννί’ -α
Απάν’ ατουν κρεμάουνταν
μαχ̌αίρι͜α και σπαθία

Μωμόερος θα ’ίνουμαι
και θα μωμοερεύω
Τα έμορφα τα κορτσόπα
όλια θα καντουρεύω

Οι μωμοέρ’ εξέβανε
τα Κάλαντα, τα Φώτα
Άνοιξον τ’ εγκαλιόπο σου
άμον ντ’ εποίν’νες πρώτα
Άνοιξον τ’ εγκαλιόπο σου
του παραδείσ’ την πόρταν

Μωμόερος θα ’ίνουμαι,
θά ’ρχουμαι σ’ οσπιτόπο σ’
Έβγα οξ̌ωκά ας ελέπω σε
ν’ ακούω το λαλόπο σ’
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλευση
Αγιαννί’Αγιαννιού
άμονσαν, όπως, καθώς ἅμα
άνοιξον(προστ.) άνοιξε
απάν’πάνω
ατουντους
έβγα(προστ.) βγες
εγκαλιόποαγκαλίτσα
ελέπωβλέπω
έμορφαόμορφα
εξέβανεβγήκαν
εποίν’νεςέκανες, έφτιαχνες ποιέω-ῶ
’ίνουμαιγίνομαι
καντουρεύωξεγελάω, εξαπατάω, κοροϊδεύω kandırmak
κορτσόπακοριτσάκια
κρεμάουντανκρέμονται
λαλόποφωνούλα
μωμοέρ’(γνωστό και ως μωμόγεροι ή μωμόεροι) λαϊκό δρώμενο το οποίο λαμβάνει χώρα το 12ήμερο Χριστούγεννα - Πρωτοχρονιά - Θεοφάνια με ευχετηριακό χαρακτήρα μῶμος + γέρων ή εκ του μαμουγέρα (μάσκα, προσωπίδα)<λατ. Mamuralia<Mamurius
μωμοερεύωσυμμετέχω στο δρώμενο των Μωμόερων
μωμοέρι͜α(γνωστό και ως μωμόγεροι ή μωμόεροι) λαϊκό δρώμενο το οποίο λαμβάνει χώρα το 12ήμερο Χριστούγεννα - Πρωτοχρονιά - Θεοφάνια με ευχετηριακό χαρακτήρα μῶμος + γέρων ή εκ του μαμουγέρα (μάσκα, προσωπίδα)<λατ. Mamuralia<Mamurius
μωμόερος(ή μωμόγερος) αυτός που συμμετέχει στα μωμοέρια, λαϊκό δρώμενο το οποίο λαμβάνει χώρα το 12ήμερο Χριστούγεννα - Πρωτοχρονιά - Θεοφάνια με ευχετηριακό χαρακτήρα μῶμος + γέρων ή εκ του μαμουγέρα (μάσκα, προσωπίδα)<λατ. Mamuralia<Mamurius
όλιαόλα
οξ̌ωκάέξω
οσπιτόποσπιτάκι hospitium<hospes + -όπον
παραδείσ’παραδείσου
’ρχουμαι(έρχουμαι) έρχομαι
σπαθίασπαθιά
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλ.
Αγιαννί’Αγιαννιού
άμονσαν, όπως, καθώς ἅμα
άνοιξον(προστ.) άνοιξε
απάν’πάνω
ατουντους
έβγα(προστ.) βγες
εγκαλιόποαγκαλίτσα
ελέπωβλέπω
έμορφαόμορφα
εξέβανεβγήκαν
εποίν’νεςέκανες, έφτιαχνες ποιέω-ῶ
’ίνουμαιγίνομαι
καντουρεύωξεγελάω, εξαπατάω, κοροϊδεύω kandırmak
κορτσόπακοριτσάκια
κρεμάουντανκρέμονται
λαλόποφωνούλα
μωμοέρ’(γνωστό και ως μωμόγεροι ή μωμόεροι) λαϊκό δρώμενο το οποίο λαμβάνει χώρα το 12ήμερο Χριστούγεννα - Πρωτοχρονιά - Θεοφάνια με ευχετηριακό χαρακτήρα μῶμος + γέρων ή εκ του μαμουγέρα (μάσκα, προσωπίδα)<λατ. Mamuralia<Mamurius
μωμοερεύωσυμμετέχω στο δρώμενο των Μωμόερων
μωμοέρι͜α(γνωστό και ως μωμόγεροι ή μωμόεροι) λαϊκό δρώμενο το οποίο λαμβάνει χώρα το 12ήμερο Χριστούγεννα - Πρωτοχρονιά - Θεοφάνια με ευχετηριακό χαρακτήρα μῶμος + γέρων ή εκ του μαμουγέρα (μάσκα, προσωπίδα)<λατ. Mamuralia<Mamurius
μωμόερος(ή μωμόγερος) αυτός που συμμετέχει στα μωμοέρια, λαϊκό δρώμενο το οποίο λαμβάνει χώρα το 12ήμερο Χριστούγεννα - Πρωτοχρονιά - Θεοφάνια με ευχετηριακό χαρακτήρα μῶμος + γέρων ή εκ του μαμουγέρα (μάσκα, προσωπίδα)<λατ. Mamuralia<Mamurius
όλιαόλα
οξ̌ωκάέξω
οσπιτόποσπιτάκι hospitium<hospes + -όπον
παραδείσ’παραδείσου
’ρχουμαι(έρχουμαι) έρχομαι
σπαθίασπαθιά
Μωμοέρι͜α

Ποντιακός Στίχος - Pontian Lyrics 2025

Επικοινωνία: infoDUMMY@pontianlyrics.gr

Με την ευγενική χορηγία φιλοξενίας της IpHost