.
.
Μύρτατε

Από μακρά -ν- ελέπω σε

Από μακρά -ν- ελέπω σε
fullscreen
Από μακρά -ν- ελέπω σε
και χ̌αίρεται η καρδία μ’
[Και -ν-] Όσο σουμά [και -ν-] έχ̌’ κι έρχεσαι,
κόπεται η λαλία μ’

Πουλόπο μ’ ασπροκόκκινον,
ο πρόσωπο σ’ φωτάζει
[Και -ν-] Όντες τερώ σον πρόσωπο σ’
όλεν η γη τρομάζει

Να έξερα ποίον ραχ̌ίν
πάντα κρατεί τα χ̌ι͜όνια
Εκεί θα επέγ’να ελάρωνα
τη καρδι͜άς ι-μ’ τα πόνια
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλευση
ελάρωναγιάτρευα, θεράπευα
ελέπωβλέπω
έξεραήξερα
επέγ’ναπήγαινα
έχ̌’έχει
έχ̌’ κι έρχεσαιείσαι στον ερχομό, έρχεσαι
κόπεταικόβεται
κρατείκρατάει, βαστάει, στέκει, αντέχει
λαλίαλαλιά, φωνή
μακρά(επιρρ.) μακριά, (επιθ.) μακρινά, απομακρυσμένα
όλενόλη/ο, ολόκληρη/ο
όντεςόταν
πόνια(ονομ.) πόνοι, (αιτ.) πόνους
πουλόποπουλάκι
ραχ̌ίνβουνό, ράχη
σουμάκοντά
τερώκοιτώ
τρομάζειτρέμει
φωτάζειφωτίζει, λάμπει
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλ.
ελάρωναγιάτρευα, θεράπευα
ελέπωβλέπω
έξεραήξερα
επέγ’ναπήγαινα
έχ̌’έχει
έχ̌’ κι έρχεσαιείσαι στον ερχομό, έρχεσαι
κόπεταικόβεται
κρατείκρατάει, βαστάει, στέκει, αντέχει
λαλίαλαλιά, φωνή
μακρά(επιρρ.) μακριά, (επιθ.) μακρινά, απομακρυσμένα
όλενόλη/ο, ολόκληρη/ο
όντεςόταν
πόνια(ονομ.) πόνοι, (αιτ.) πόνους
πουλόποπουλάκι
ραχ̌ίνβουνό, ράχη
σουμάκοντά
τερώκοιτώ
τρομάζειτρέμει
φωτάζειφωτίζει, λάμπει
Από μακρά -ν- ελέπω σε

Ποντιακός Στίχος - Pontian Lyrics 2025

Επικοινωνία: infoDUMMY@pontianlyrics.gr

Με την ευγενική χορηγία φιλοξενίας της IpHost