.
.
Θεριάντς και παρχαρέτ’ς

Αέτσ’ έτον το τυχερό μ’

Αέτσ’ έτον το τυχερό μ’
fullscreen
Γουρπάνι σ’, παρχαρί’ τσ̌ιτσ̌έκ’,
πηγής κρύον νερόν -ι
Πώς επορείς και κείσαι κα’
το βράδον μαναχόν -ι;

Ήντζαν τερεί σε σο κατσίν
λύεται η καρδία τ’
’Κχ̌ύεται η χρά τ’ και ’κ’ επορεί,
κόφκεται η λαλία τ’

Γουρπάν’, πουλί μ’, σα έμορφα
τα πόζι͜α τ’ ομματόπα σ’
Γουρπάν’ σ’ ατά ντο κείντανε
αφκά σα σπαρελόπα σ’

Φαρμάκωσες με, πουλόπο μ’,
εσύ να φαρμακούσαι
Ας ση σεβντάν να αρρωσταίντς
κι άλλο να μη λαρούσαι
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλευση
αρρωσταίντςαρρωσταίνεις
ατάαυτά
αφκάκάτω
βράδονβράδυ
γουρπάν’θυσία kurban/ḳurbān
γουρπάνιθυσία kurban/ḳurbān
έμορφαόμορφα
επορείμπορεί
επορείςμπορείς
ήντζανοποιοσδήποτε, όποιος / οποιονδήποτε, όποιον
’κ’δεν οὐκί<οὐχί
κα’κάτω
κατσίνπρόσωπο, μέτωπο
κείντανεκείτονται, ξαπλώνουν
κείσαικείτεσαι, ξαπλώνεις
κόφκεταικόβεται
’κχ̌ύεταιεκχύνεται, χύνεται, εκρέει εκχύνω<ἐγχέω< ἐν + χέω
λαλίαλαλιά, φωνή
λαρούσαιγιατρεύεσαι, θεραπεύεσαι
λύεταιλιώνει
μαναχόν(έναρθρο) μοναχός, μοναχό, (επίρρ) μόνο/μοναχά
ομματόπαματάκια
παρχαρί’θερινού βοσκότοπου (παρχαριού)
πόζι͜αγκρίζα, σταχτιά boz
πουλόποπουλάκι
σεβντάναγάπη, έρωτα sevda/sevdā
σπαρελόπαμέρος γυναικείας ενδυμασίας αυτοτελές που χρησιμεύει ως κάλυμμα του στήθους spalliera
τερείκοιτάει
τσ̌ιτσ̌έκ’λουλούδι çiçek
φαρμακούσαιφαρμακώνεσαι, δηλητηριάζεσαι
χράχροιά, το χρώμα του δέρματος, όψη
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλ.
αρρωσταίντςαρρωσταίνεις
ατάαυτά
αφκάκάτω
βράδονβράδυ
γουρπάν’θυσία kurban/ḳurbān
γουρπάνιθυσία kurban/ḳurbān
έμορφαόμορφα
επορείμπορεί
επορείςμπορείς
ήντζανοποιοσδήποτε, όποιος / οποιονδήποτε, όποιον
’κ’δεν οὐκί<οὐχί
κα’κάτω
κατσίνπρόσωπο, μέτωπο
κείντανεκείτονται, ξαπλώνουν
κείσαικείτεσαι, ξαπλώνεις
κόφκεταικόβεται
’κχ̌ύεταιεκχύνεται, χύνεται, εκρέει εκχύνω<ἐγχέω< ἐν + χέω
λαλίαλαλιά, φωνή
λαρούσαιγιατρεύεσαι, θεραπεύεσαι
λύεταιλιώνει
μαναχόν(έναρθρο) μοναχός, μοναχό, (επίρρ) μόνο/μοναχά
ομματόπαματάκια
παρχαρί’θερινού βοσκότοπου (παρχαριού)
πόζι͜αγκρίζα, σταχτιά boz
πουλόποπουλάκι
σεβντάναγάπη, έρωτα sevda/sevdā
σπαρελόπαμέρος γυναικείας ενδυμασίας αυτοτελές που χρησιμεύει ως κάλυμμα του στήθους spalliera
τερείκοιτάει
τσ̌ιτσ̌έκ’λουλούδι çiçek
φαρμακούσαιφαρμακώνεσαι, δηλητηριάζεσαι
χράχροιά, το χρώμα του δέρματος, όψη
Αέτσ’ έτον το τυχερό μ’

Ποντιακός Στίχος - Pontian Lyrics 2025

Επικοινωνία: infoDUMMY@pontianlyrics.gr

Με την ευγενική χορηγία φιλοξενίας της IpHost