.
.
Ποντιακά παραδοσιακά Νο2

Άσπρα φορείς

Στιχουργοί: Παραδοσιακό
Συνθέτες: Παραδοσιακό
Άσπρα φορείς
Στιχουργοί: Παραδοσιακό
Συνθέτες: Παραδοσιακό
fullscreen
Άσπρα φορείς, άσπρα αναλλά͜εις,
άσπρον η φορεσία σ’ [ντό να ’ίνουμαι;]
Άσπρα τσ̌ιτσ̌έκα̤ ’κχ̌ύουνταν
ας ση πορπατεσία σ’ [ντό να ’ίνουμαι;]

Κορτσόπον ασπροκόκκινον,
λέω σε το τερτόπο μ’ [ντό να ’ίνουμαι;]
Αν αγαπάς με πέει ατο
μη τρώγω το καρδόπο μ’ [ντό να ’ίνουμαι;]

Εμάρανες τα γόνατα μ’,
έκαψες την καρδία μ’ [ντό να ’ίνουμαι;]
Εμάτσες με το σεβνταλούκ’
να έ͜εις την αμαρτία μ’ [ντό να ’ίνουμαι;]
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλευση
αναλλά͜ειςφοράς τα καλά/γιορτινά σου ρούχα
έ͜ειςέχεις
εμάρανεςμάρανες
εμάτσεςέμαθες, δίδαξες μαθίζω
’ίνουμαιγίνομαι
καρδόποκαρδούλα
κορτσόπονκοριτσάκι
’κχ̌ύουντανεκχύνονται, χύνονται, εκρέουν εκχύνω<ἐγχέω< ἐν + χέω
πέει(προστ.) πες
πορπατεσίαπερπατησιά, περπάτημα
σεβνταλούκ’έρωτας sevdalık
τερτόποκαημό, βάσανο, στενοχώρια dert + -όπον (υποκορ.)
φορείςφοράς
φορεσίαφορεσιά, ένδυση
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλ.
αναλλά͜ειςφοράς τα καλά/γιορτινά σου ρούχα
έ͜ειςέχεις
εμάρανεςμάρανες
εμάτσεςέμαθες, δίδαξες μαθίζω
’ίνουμαιγίνομαι
καρδόποκαρδούλα
κορτσόπονκοριτσάκι
’κχ̌ύουντανεκχύνονται, χύνονται, εκρέουν εκχύνω<ἐγχέω< ἐν + χέω
πέει(προστ.) πες
πορπατεσίαπερπατησιά, περπάτημα
σεβνταλούκ’έρωτας sevdalık
τερτόποκαημό, βάσανο, στενοχώρια dert + -όπον (υποκορ.)
φορείςφοράς
φορεσίαφορεσιά, ένδυση
Άσπρα φορείς

Ποντιακός Στίχος - Pontian Lyrics 2025

Επικοινωνία: infoDUMMY@pontianlyrics.gr

Με την ευγενική χορηγία φιλοξενίας της IpHost