.
.
Ποντιακοί παλμοί Νο2

Ο γαμπρόν

Ο γαμπρόν
fullscreen
Σ’ εμέτερον το χωρίον
εποίκαμε έναν γαμπρόν
Να ελέπ’ τη νουσ̌αλού -ν- ατ’
πάντα πάει σον πεθερόν

Η πεθερά για να τιμά τον
ντό να φάζ’ α̤τον ρωτά τον
Λέει ατεν και ο γαμπρός
«Σπάξον έναν πετεινόν!»

Κοσσαρόπα, πιλιτσ̌όπα
η πεθερά έναν-έναν σπάζ’
Φούστουρον και μακαρίνα
το γαμπρόν ατ’ς να χορτάζ’

Γαβούρεψον, Κωστίκα!

Κι ο γαμπρόν πάντα πάει κι έρ’ται
εκαλόμαθεν αέτσ’
Κοσσαρόπα, πιλιτσ̌όπα
’δέν ’κ’ επέμ’ναν σο κομέσ’

Ο πεθερόν επουγαλεύτεν,
«Ντ’ έπαθα», λέει «το κακόν»
«κι εποίκαμ’ εμείς γαμπρόν
γιόξαμ’, τσ̌άνουμ, αλεπόν;»
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλευση
αέτσ’έτσι
αλεπόναλεπού
ατεναυτήν
ατ’ςαυτής, της
γαβούρεψον(προστ.) ξερόψησε, (προστ.) καβούρδισε, (προστ.) τηγάνισε, ως προτροπή σε οργανοπαίκτη να συνεχίσει να παίζει με το ίδιο πάθος kavurmak
γιόξαμ’ή μήπως yoksa+μη
’δέντίποτα
ελέπ’βλέπει/βλέπω
εμέτερονδικός/ή/ό μου ἡμέτερος
επέμ’ναναπόμειναν
εποίκαμ’κάναμε, φτιάξαμε ποιέω-ῶ
εποίκαμεκάναμε, φτιάξαμε ποιέω-ῶ
επουγαλεύτενέσκασε, βαρέθηκε, στενοχωρέθηκε bunalmak
έρ’ταιέρχεται
’κ’δεν οὐκί<οὐχί
κομέσ’κοτέτσι kümes<kūmh=περίφραξη, κλουβί
κοσσαρόπακοτούλες
μακαρίναείδος ζυμαρικού makarna<maccherone
νουσ̌αλούαρραβωνιαστικιά/ό, σημαδεμένη/ο nişanlı<nişān
πιλιτσ̌όπακλωσσοπουλάκια, νεοσσοί piliç
σπάζ’σφάζω/ει
σπάξον(προστ.) σφάξε
τσ̌άνουμψυχή μου, αγαπημένε/η μου canım<can/cān
φάζ’ταΐζω/ει
φούστουρονείδος ποντιακής ομελέτας
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλ.
αέτσ’έτσι
αλεπόναλεπού
ατεναυτήν
ατ’ςαυτής, της
γαβούρεψον(προστ.) ξερόψησε, (προστ.) καβούρδισε, (προστ.) τηγάνισε, ως προτροπή σε οργανοπαίκτη να συνεχίσει να παίζει με το ίδιο πάθος kavurmak
γιόξαμ’ή μήπως yoksa+μη
’δέντίποτα
ελέπ’βλέπει/βλέπω
εμέτερονδικός/ή/ό μου ἡμέτερος
επέμ’ναναπόμειναν
εποίκαμ’κάναμε, φτιάξαμε ποιέω-ῶ
εποίκαμεκάναμε, φτιάξαμε ποιέω-ῶ
επουγαλεύτενέσκασε, βαρέθηκε, στενοχωρέθηκε bunalmak
έρ’ταιέρχεται
’κ’δεν οὐκί<οὐχί
κομέσ’κοτέτσι kümes<kūmh=περίφραξη, κλουβί
κοσσαρόπακοτούλες
μακαρίναείδος ζυμαρικού makarna<maccherone
νουσ̌αλούαρραβωνιαστικιά/ό, σημαδεμένη/ο nişanlı<nişān
πιλιτσ̌όπακλωσσοπουλάκια, νεοσσοί piliç
σπάζ’σφάζω/ει
σπάξον(προστ.) σφάξε
τσ̌άνουμψυχή μου, αγαπημένε/η μου canım<can/cān
φάζ’ταΐζω/ει
φούστουρονείδος ποντιακής ομελέτας
Ο γαμπρόν

Ποντιακός Στίχος - Pontian Lyrics 2025

Επικοινωνία: infoDUMMY@pontianlyrics.gr

Με την ευγενική χορηγία φιλοξενίας της IpHost