.
.
Βιώματα

Βιώματα 46

Στιχουργοί: Παραδοσιακό
Συνθέτες: Παραδοσιακό
Βιώματα 46
Στιχουργοί: Παραδοσιακό
Συνθέτες: Παραδοσιακό
fullscreen
Ο Θεριάντς πα έλεεν
«Ε! μάνα Θεφρωνία,
κωδωνώστεν τα πρόατα
και τα μικρά τ’ αρνία»

Ο Θεριάντς πα έλεεν
«Η κουκούλα μ’ εγράστεν
Κωδωνώστεν τα πρόατα
και -ν- εμπροστά δεβάστεν»

Θεριάν’, έπαρ’ το στουράκ’
(κι) ας πάμε αγάλι͜α - αγάλι͜α/γάλι͜α - γάλι͜α
Εσέν ας κλαίει η Χάχονα¹
και τη Μαστόρ’ τ’ ομάλι͜α

Τη Θεριάν’ και το καλύβ’
σ’ ομάλι͜α εχαλάεν
Ο Θεριάντς επέθανεν,
ο παρχάρτς εταράεν
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλευση
αγάλι͜ασιγά, αργά αγαληνός < γαληνός
γάλι͜ασιγά, αργά αγαληνός < γαληνός
δεβάστεν(προστ.) οδηγήστε, περάστε, πηγαίνετε κπ/κτ κάπου
εγράστενφθάρηκε, έλιωσε γράνω/γραίνω (=ροκανίζω, κατατρώγω)
έλεενέλεγε
εμπροστάμπροστά, πρωτύτερα
έπαρ’(προστ.) πάρε
επέθανενπέθανε
εταράενταράχθηκε, ανακατεύτηκε, αναμίχθηκε ταράσσω
εχαλάενχάλασε
κωδωνώστεν(προστ.) βάλτε κουδούνια
μαστόρ’(ον. πληθ.) μάστορες, (γεν.αιτ. ενικ.) μάστορα magister
ομάλι͜α(επιρρ.) ομαλά, ευθεία, πεδιάδες, ίσια
παπάλι, επίσης, ακόμα
παρχάρτςορεινός τόπος θερινής βοσκής
πρόαταπρόβατα
στουράκ’ξύλινη ράβδος, μπαστούνι στυράκιον<στύραξ
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλ.
αγάλι͜ασιγά, αργά αγαληνός < γαληνός
γάλι͜ασιγά, αργά αγαληνός < γαληνός
δεβάστεν(προστ.) οδηγήστε, περάστε, πηγαίνετε κπ/κτ κάπου
εγράστενφθάρηκε, έλιωσε γράνω/γραίνω (=ροκανίζω, κατατρώγω)
έλεενέλεγε
εμπροστάμπροστά, πρωτύτερα
έπαρ’(προστ.) πάρε
επέθανενπέθανε
εταράενταράχθηκε, ανακατεύτηκε, αναμίχθηκε ταράσσω
εχαλάενχάλασε
κωδωνώστεν(προστ.) βάλτε κουδούνια
μαστόρ’(ον. πληθ.) μάστορες, (γεν.αιτ. ενικ.) μάστορα magister
ομάλι͜α(επιρρ.) ομαλά, ευθεία, πεδιάδες, ίσια
παπάλι, επίσης, ακόμα
παρχάρτςορεινός τόπος θερινής βοσκής
πρόαταπρόβατα
στουράκ’ξύλινη ράβδος, μπαστούνι στυράκιον<στύραξ
Βιώματα 46
Σημειώσεις
¹ Παρχάρι στη Μούζενα του Πόντου

[...Δυτικά του χωριού Χατς βρισκόταν το χωριό Λωρία, Νότια ο Άγιος Φωκάς, ενώ προς τον Βορρά βρίσκονταν τα παρχάρια «Βουκολία» και ακόμη ψηλότερα το παρχάρ’ «Άλας», όπου το καλοκαίρι επαρχάρευαν τα χωριά Άγιος Φωκάς, Αγρίδ’, Παλλαδάντων, Λωρία και Τσιμερά. Αλλά οι κάτοικοι των χωριών Τσιμερά και Χατς παρχάρευαν και στο Τουκανέν’, στη Χάχονα, και στα Πάρματα. Από το παρχάρ’ Άλας έπαιρναν όλοι τις περίφημες πέτρινες πλάκες που χρησιμοποιούσαν για σκεπές των εκκλησιών. Ακόμη και σήμερα το παρχάρ’ Άλας έχει το ίδιο όνομα. Οι κάτοικοι του Χατς ήταν κυρίως κτηνοτρόφοι. Είχαν πολλά πρόβατα και αγελάδες. Το καλοκαίρι ανέβαιναν στα παρχάρια. Για τα παρχάρια τους και
ορισμένα δίστιχα που σώζονται από τον Επαμεινώντα Νεοφυτίδη μέχρι σήμερα:

Μάνα μ’ όλον ψηλόν ραχ̌ίν, τ’ απάν’ τα Βουκολία,
ατό πάνε και ’πιδεβάζ’ν ατο τα νέικα τα παιδία

ή για τα παρχάρια της Μούζενας

Τ’ ορμία σ’ όλι͜α ’μάραντα, τα στράτας σ’ μανουσ̌άκια.
Μούζενα, τα κρύα νερά σ’ και τα πεγαδομμάτι͜α σ’

Μούζενα τα κρύα νερά σ’, τα πράσινα λιβάδι͜α σ’,
τα κόρτσοπα τα έμορφα σ’ και τα ψηλά παρχάρι͜α σ’

Ο κούκον άλλο ’κι λαλεί απάν’ σον Αε-Σέρη,
με το να επλάστεν το πουλίν, ατό πα κάτ’ εξέρει...]

Άρθρο της Βασιλικής Κομεσίδου, τ. 183 Ποντιακή Εστία (2014)

Ποντιακός Στίχος - Pontian Lyrics 2025

Επικοινωνία: infoDUMMY@pontianlyrics.gr

Με την ευγενική χορηγία φιλοξενίας της IpHost