.
.
Τη ψ̌ης ι-μ’ τοξαρέας

Λεμόνα

Στιχουργοί: Παραδοσιακό
Συνθέτες: Παραδοσιακό
Λεμόνα
Στιχουργοί: Παραδοσιακό
Συνθέτες: Παραδοσιακό
fullscreen
Σίτι͜α επέγ’να ομάλια-ομάλια
είδα ορμάνι͜α και λιβάδι͜α
και ση λιβαδί’ την άκραν
έστεκεν δεντρόν και μέγαν
Έστεκεν δεντρόν και μέγαν
σα νεράντζι͜α φορτωμένον
Έπλωσα να παίρω έναν
εχολιάστεν η Λεμόνα

-Ντό χολιάσ̌κεσαι, Λεμόνα;
Γιάμ’ ετσάκωσα κλαδόπον;
Γιάμ’ ετσάκωσα κλαδόπον;
Γιάμ’ εμάρανα φυλλόπον;

Κι αν ετσάκωσα κλαδόπον
να τσακούται το χ̌ερόπο μ’
Κι αν εμάρανα φυλλόπον
να μαραίνεται το ψ̌όπο μ’
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλευση
άκρανάκρη, αρχή
γιάμ’μήπως, ή μη ya/yā + μη
εμάραναέκανα κτ να μαραθεί
επέγ’ναπήγαινα
έπλωσαάπλωσα, έτεινα
ετσάκωσαέσπασα
εχολιάστενθύμωσε, αγανάκτησε
κλαδόπονκλαδάκι, μτφ. απόγονος
λιβαδί’λιβαδιού
ομάλιαομαλοί δρόμοι, ευθείες, πεδιάδες, ομαλά (επίρρ)
ορμάνι͜αδάση orman
παίρωπαίρνω
σίτι͜ακαθώς, ενώ σόταν<εις όταν
τσακούταισπάει
φυλλόπονφυλλαράκι
χ̌ερόποχεράκι
χολιάσ̌κεσαιθυμώνεις, αγανακτάς
ψ̌όποψυχούλα
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλ.
άκρανάκρη, αρχή
γιάμ’μήπως, ή μη ya/yā + μη
εμάραναέκανα κτ να μαραθεί
επέγ’ναπήγαινα
έπλωσαάπλωσα, έτεινα
ετσάκωσαέσπασα
εχολιάστενθύμωσε, αγανάκτησε
κλαδόπονκλαδάκι, μτφ. απόγονος
λιβαδί’λιβαδιού
ομάλιαομαλοί δρόμοι, ευθείες, πεδιάδες, ομαλά (επίρρ)
ορμάνι͜αδάση orman
παίρωπαίρνω
σίτι͜ακαθώς, ενώ σόταν<εις όταν
τσακούταισπάει
φυλλόπονφυλλαράκι
χ̌ερόποχεράκι
χολιάσ̌κεσαιθυμώνεις, αγανακτάς
ψ̌όποψυχούλα
Λεμόνα

Ποντιακός Στίχος - Pontian Lyrics 2025

Επικοινωνία: infoDUMMY@pontianlyrics.gr

Με την ευγενική χορηγία φιλοξενίας της IpHost