.
.
Όσα ’κ’ επρόφτασα να λέω

Κατήβα νύφε σο μαντρίν

Κατήβα νύφε σο μαντρίν
fullscreen
Κατήβα νύφε σο μαντρίν
φάισον,φάισον, φάισον, φάισον
Νουσ̌αλής έρθεν σην πόρταν
κι έν’ άμον τον ποζ τον άρκον
[Όι, όι...]

Τα χτήνι͜α και τα μουσκάρι͜α
πότ’σον, πότ’σον, πότ’σον, πότ’σον,
Τον μαύρον τον σ̌κύλον δέσον,
δάκ’ και -ν- αχπαράζ’ τον άρκον
[Όι, όι...]

Πετεινάρι͜α και πιλίτσι͜α
σπάξον, σπάξον, σπάξον, σπάξον
Νηστικός γαμπρός εστάθεν
άμον αλεπός σην πόρτα σ’
[Όι, όι...]

Όντες αποδουλί͜εις τον βίον
άκ’σον, άκ’σον, άκ’σον, άκ’σον
Τη γαμπρού το χατίρ’ τρανόν
ους να καπατεύομ’ ατον
[Όι, όι...]
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλευση
άκ’σον(προστ.) άκουσε
αλεπόςαλεπού
άμονσαν, όπως, καθώς ἅμα
αποδουλί͜ειςτελειώνεις με τις δουλειές/εργασίες, ξεπαστρεύεις
άρκοναρκούδα
αχπαράζ’τρομάζω/ει κπ, ξαφνιάζει εκσπαράσσω
βίοντο βιος, το σύνολο των ζωντανών που έχει στην ιδιοκτησία του κάποιος, η περιουσία κάποιου
δάκ’δαγκώνω/ει
δέσον(προστ.) δέσε
έν’είναι
έρθενήρθε
εστάθενστάθηκε, σταμάτησε
καπατεύομ’σκεπάζουμε, καλύπτουμε, κλείνουμε κπ/κτ σε κτ kapatmak
κατήβα(προστ.) κατέβα
μουσκάρι͜αμοσχάρια
νουσ̌αλήςαρραβωνιαστικός nişanlı<nişān
νύφενύφη
όντεςόταν
ουςως, μέχρι
πετεινάρι͜α(υποκορ.) πετεινοί
πιλίτσι͜ακλωσσόπουλα, νεοσσοί piliç
ποζγκρι boz
πότ’σον(προστ.) πότισε
σπάξον(προστ.) σφάξε
φάισον(προστ.) τάισε
χατίρ’χάρη, σεβασμός, υπόληψη hatır/ḫāṭir
χτήνι͜ααγελάδες
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλ.
άκ’σον(προστ.) άκουσε
αλεπόςαλεπού
άμονσαν, όπως, καθώς ἅμα
αποδουλί͜ειςτελειώνεις με τις δουλειές/εργασίες, ξεπαστρεύεις
άρκοναρκούδα
αχπαράζ’τρομάζω/ει κπ, ξαφνιάζει εκσπαράσσω
βίοντο βιος, το σύνολο των ζωντανών που έχει στην ιδιοκτησία του κάποιος, η περιουσία κάποιου
δάκ’δαγκώνω/ει
δέσον(προστ.) δέσε
έν’είναι
έρθενήρθε
εστάθενστάθηκε, σταμάτησε
καπατεύομ’σκεπάζουμε, καλύπτουμε, κλείνουμε κπ/κτ σε κτ kapatmak
κατήβα(προστ.) κατέβα
μουσκάρι͜αμοσχάρια
νουσ̌αλήςαρραβωνιαστικός nişanlı<nişān
νύφενύφη
όντεςόταν
ουςως, μέχρι
πετεινάρι͜α(υποκορ.) πετεινοί
πιλίτσι͜ακλωσσόπουλα, νεοσσοί piliç
ποζγκρι boz
πότ’σον(προστ.) πότισε
σπάξον(προστ.) σφάξε
φάισον(προστ.) τάισε
χατίρ’χάρη, σεβασμός, υπόληψη hatır/ḫāṭir
χτήνι͜ααγελάδες
Κατήβα νύφε σο μαντρίν

Ποντιακός Στίχος - Pontian Lyrics 2025

Επικοινωνία: infoDUMMY@pontianlyrics.gr

Με την ευγενική χορηγία φιλοξενίας της IpHost