.
.
Στέλιος Χαλκίδης

Φεγγάρ’, ποίος εντώκε σε;

Φεγγάρ’, ποίος εντώκε σε;
fullscreen
Φεγγάρ’, ποίος εντώκε σε
και είσαι ματωμένον;
Άμον τ’ εμόν το καρδόπον
είσαι τυρα̤ννιμένον

Ποίον άστρον εκόμπωσεν
τ’ εσά τ’ αροθυμίας;
Εσέγκε σε σο σεβταλούκ’
και καίεται η καρδία σ’

Φέγγαρ’ είσαι άμον εμέν,
λάσ̌κεσαι ους να μερώνει
Κάθεσαι απάν’ σο κατωθύρ’,
καλατσ̌εύ’ς μαναχόν -ι
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλευση
άμονσαν, όπως, καθώς ἅμα
απάν’πάνω
αροθυμίας(γεν.) νοσταλγίας, (πληθ.) νοσταλγίες
εκόμπωσενξεγέλασε, εξαπάτησε, μτφ. σαγήνευσε κομβόω
εμόνδικός/ή/ό μου ἐμοῦ
εντώκεχτύπησε
εσάδικά σου/σας
εσέγκεέβαλε
καίεταικαίγεται
καλατσ̌εύ’ςμιλάς, συνομιλείς, συζητάς keleci=καλός λόγος (Παλαιά Τουρκική Ανατολίας)
καρδόπονκαρδούλα
κατωθύρ’κατώφλι, η παράπλευρη και κάτω ξύλινη δοκός της πόρτας, ο πρόδρομος
λάσ̌κεσαιπεριφέρεσαι, τριγυρνάς, περιπλανιέσαι ἀλάομαι/ηλάσκω
μαναχόν(έναρθρο) μοναχός, μοναχό, (επίρρ) μόνο/μοναχά
μερώνειξημερώνει
ουςως, μέχρι
ποίος(ερωτημ.) ποιός, (αναφ.αντων.) όποιος
σεβταλούκ’έρωτας sevdalık
τυρα̤ννιμένοντυραννισμένο/η, ταλαιπωρημένο/η
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλ.
άμονσαν, όπως, καθώς ἅμα
απάν’πάνω
αροθυμίας(γεν.) νοσταλγίας, (πληθ.) νοσταλγίες
εκόμπωσενξεγέλασε, εξαπάτησε, μτφ. σαγήνευσε κομβόω
εμόνδικός/ή/ό μου ἐμοῦ
εντώκεχτύπησε
εσάδικά σου/σας
εσέγκεέβαλε
καίεταικαίγεται
καλατσ̌εύ’ςμιλάς, συνομιλείς, συζητάς keleci=καλός λόγος (Παλαιά Τουρκική Ανατολίας)
καρδόπονκαρδούλα
κατωθύρ’κατώφλι, η παράπλευρη και κάτω ξύλινη δοκός της πόρτας, ο πρόδρομος
λάσ̌κεσαιπεριφέρεσαι, τριγυρνάς, περιπλανιέσαι ἀλάομαι/ηλάσκω
μαναχόν(έναρθρο) μοναχός, μοναχό, (επίρρ) μόνο/μοναχά
μερώνειξημερώνει
ουςως, μέχρι
ποίος(ερωτημ.) ποιός, (αναφ.αντων.) όποιος
σεβταλούκ’έρωτας sevdalık
τυρα̤ννιμένοντυραννισμένο/η, ταλαιπωρημένο/η
Φεγγάρ’, ποίος εντώκε σε;

Ποντιακός Στίχος - Pontian Lyrics 2025

Επικοινωνία: infoDUMMY@pontianlyrics.gr

Με την ευγενική χορηγία φιλοξενίας της IpHost