.
.
Το άσαλγον

Αντών’-πασ̌άς

Αντών’-πασ̌άς
fullscreen
Τη Αντών’ τα παλληκάρι͜α
απάν’ σ’ άλογα
τσ̌ανταρμάδες ’κι σαεύ’νε
είναι άφοβα
Τη Αντών’-πασ̌ά τ’ ασκέρι͜α
είν’ ανίκητα

Ση Αντών’-πασ̌ά τα ωμία
ελαφί’ τομάρ’
Ο πολέμαρχον τη Πάφρας
άμον λεοντάρ’
Ο Αντών’-πασ̌άς του Πόντου
έτον παλληκάρ’

Η γυναίκα τ’ με τσ̌απράζι͜α
άρματα φορεί
Αμαζόνα έν’ του Πόντου
το σπαθί κρατεί
Τη Αντών’-πασ̌ά η κάλη
άρματα φορεί

Σο Καρα-κιόλ’ σαρεμένος
ο σταυραετόν
Ο Αντών’-πασ̌άς ση μάχην
νικητής εβγών’
άμον και τον Λεωνίδαν
των Θερμοπυλών
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλευση
άμονσαν, όπως, καθώς ἅμα
απάν’πάνω
άρματαόπλα armum
ασκέρι͜ασώματα στρατού asker/ʿasker
εβγών’βγαίνει
είν’(για πληθ.) είναι
ελαφί’ελαφιού
έν’είναι
έτονήταν
κάληη αγαπητή σύζυγος, η σύζυγος
’κιδεν οὐκί<οὐχί
κρατείκρατάει, βαστάει, στέκει, αντέχει
λεοντάρ’λιοντάρι
πασ̌άπασά (βαθμός ή τίτλος τιμητικός ανώτατου πολιτικού ή στρατιωτικού επί Οθωμ. Αυτοκρατορίας), (καθομ.) άρχοντα, τιμητική προσφώνηση μεγαλύτερου αδελφού paşa
πασ̌άςπασάς (βαθμός ή τίτλος τιμητικός ανώτατου πολιτικού ή στρατιωτικού επί Οθωμ. Αυτοκρατορίας), (καθομ.) άρχοντας, τιμητική προσφώνηση μεγαλύτερου αδελφού paşa
σαεύ’νευπολογίζουν, εκτιμούν, λογαριάζουν saymak
σαρεμένοςτυλιγμένος, περικυκλωμένος sarmak
τσ̌ανταρμάδεςχωροφύλακες jandarma/gendarme
τσ̌απράζι͜ασταυρωτά, χιαστί, μτφ. (για μάτια) αλλήθωρα, (ενδυμ.) σταυρωτά αλυσιδωτά επιστήθια κοσμήματα çapraz<çep+rāst
ωμίαώμοι
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλ.
άμονσαν, όπως, καθώς ἅμα
απάν’πάνω
άρματαόπλα armum
ασκέρι͜ασώματα στρατού asker/ʿasker
εβγών’βγαίνει
είν’(για πληθ.) είναι
ελαφί’ελαφιού
έν’είναι
έτονήταν
κάληη αγαπητή σύζυγος, η σύζυγος
’κιδεν οὐκί<οὐχί
κρατείκρατάει, βαστάει, στέκει, αντέχει
λεοντάρ’λιοντάρι
πασ̌άπασά (βαθμός ή τίτλος τιμητικός ανώτατου πολιτικού ή στρατιωτικού επί Οθωμ. Αυτοκρατορίας), (καθομ.) άρχοντα, τιμητική προσφώνηση μεγαλύτερου αδελφού paşa
πασ̌άςπασάς (βαθμός ή τίτλος τιμητικός ανώτατου πολιτικού ή στρατιωτικού επί Οθωμ. Αυτοκρατορίας), (καθομ.) άρχοντας, τιμητική προσφώνηση μεγαλύτερου αδελφού paşa
σαεύ’νευπολογίζουν, εκτιμούν, λογαριάζουν saymak
σαρεμένοςτυλιγμένος, περικυκλωμένος sarmak
τσ̌ανταρμάδεςχωροφύλακες jandarma/gendarme
τσ̌απράζι͜ασταυρωτά, χιαστί, μτφ. (για μάτια) αλλήθωρα, (ενδυμ.) σταυρωτά αλυσιδωτά επιστήθια κοσμήματα çapraz<çep+rāst
ωμίαώμοι
Αντών’-πασ̌άς
Σημειώσεις
O Αντώνης Χατζηελευθερίου ή Αντών’-πασάς ή Αντών’-αγάς ή Αντών’ Καραμπέγ, γεννήθηκε το 1888 στο χωριό Κουρουκοκτσέ της επαρχίας της Πάφρας.  Το 1912 σε ηλικία 24 ετών προτίμησε να ανέβει αντάρτης στα βουνά παρά να καταταγεί και να υπηρετήσει στον τουρκικό στρατό, αντιδρώντας με αυτή τη στάση, στις βιαιοπραγίες των τούρκων κατά
των Ελλήνων.

(Πηγή: kotsari.com)

Ποντιακός Στίχος - Pontian Lyrics 2025

Επικοινωνία: infoDUMMY@pontianlyrics.gr

Με την ευγενική χορηγία φιλοξενίας της IpHost