.
.
Ποντιακό αντάμωμα

Τρυγόνα

Στιχουργοί: Παραδοσιακό
Συνθέτες: Παραδοσιακό
Τρυγόνα
Στιχουργοί: Παραδοσιακό
Συνθέτες: Παραδοσιακό
fullscreen
Ακεί πέραν σ’ ορμανόπον
η τρυγόνα, η κορώνα
έστεκεν κι εποίν’νεν ξύλα
η τρυγόνα, η κορώνα

Πορπατεί και πάει τίκια
η τρυγόνα, η κορώνα
τ’ ορταρόπα τ’ς είν’ τιφτίκια
η τρυγόνα, η κορώνα

Η τρυγόνα με τ’ ορτάρι͜α
η τρυγόνα, η κορώνα
πάει σ’ ορμάν’ σωρεύ’ χορτάρι͜α
η τρυγόνα, η κορώνα

Η τρυγόνα με τ’ αντζία
η τρυγόνα, η κορώνα
πάει σ’ ορμάν’ σωρεύ’ τσατσία
η τρυγόνα, η κορώνα
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλευση
ακείεκεί
αντζίαπόδια, μηροί
είν’(για πληθ.) είναι
εποίν’νενέκανε, έφτιαχνε ποιέω-ῶ
κορώνα(ή κορόνα) κουρούνα, μτφ. προσφώνηση γυναίκας (για γυναίκα που χήρεψε), μτφ. καημένη κορώνη
ορμάν’δάσος orman
ορμανόπονδασάκι orman
ορτάρι͜αμάλλινες κάλτσες ἀορτήρ
ορταρόπα(υποκορ.) μάλλινες κάλτσες ἀορτήρ
πορπατείπερπατάει
σωρεύ’μαζεύει, συγκεντρώνει σωρεύω
τίκιαστητά dik
τιφτίκιαμοχέρ, ύφασμα από μαλλί αίγας tiftik/teftīk
τρυγόνατο πουλί τρυγόνι, χαϊδευτική προσφώνηση γυναίκας
τσατσίαξεροκλάδια θάμνων, φρύγανα
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλ.
ακείεκεί
αντζίαπόδια, μηροί
είν’(για πληθ.) είναι
εποίν’νενέκανε, έφτιαχνε ποιέω-ῶ
κορώνα(ή κορόνα) κουρούνα, μτφ. προσφώνηση γυναίκας (για γυναίκα που χήρεψε), μτφ. καημένη κορώνη
ορμάν’δάσος orman
ορμανόπονδασάκι orman
ορτάρι͜αμάλλινες κάλτσες ἀορτήρ
ορταρόπα(υποκορ.) μάλλινες κάλτσες ἀορτήρ
πορπατείπερπατάει
σωρεύ’μαζεύει, συγκεντρώνει σωρεύω
τίκιαστητά dik
τιφτίκιαμοχέρ, ύφασμα από μαλλί αίγας tiftik/teftīk
τρυγόνατο πουλί τρυγόνι, χαϊδευτική προσφώνηση γυναίκας
τσατσίαξεροκλάδια θάμνων, φρύγανα
Τρυγόνα

Ποντιακός Στίχος - Pontian Lyrics 2025

Επικοινωνία: infoDUMMY@pontianlyrics.gr

Με την ευγενική χορηγία φιλοξενίας της IpHost