.
.
Άψιμον

Άψιμον

Άψιμον
fullscreen
Άψιμον εδώκες με,
παρώρας εφέκες με
Ας σου έχασα σε πώς
θα χουλείμαι μαναχός;

Ποίον στράταν έσ̌κισες
κι άλλ’ οπίσ’ ’κ’ ετέρεσες;
Άμον κλέφτες έφυες
κι ας σ’ ομμάτι͜α μ’ εχάθες

Ατσ̌ά πότε θα μερών’
για τ’ εμέν τον άχαρον;
Την καρδία μ’ έκαψες,
την ψ̌η μ’ εσκοτείνεψες

Έι! Θεέ μ’ ποίσον ατεν
ξαν να κλώσ̌κεται σ’ εμέν
κι αν ’κι θέλ’ να έρ’ται οπίσ’
στείλον με έτερον κορίτσ’!
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλευση
άμονσαν, όπως, καθώς ἅμα
ας σ’(ας σου) από του, από τότε που/αφότου, (ας σο) από το/τα
ας σουαπό του, από τότε που/αφότου, από αυτό που
ατεναυτήν
ατσ̌άάραγε acep/ʿaceb
άψιμονφωτιά
εδώκεςέδωσες
έρ’ταιέρχεται
ετέρεσεςκοίταξες
έτερονάλλο, διαφορετικό
εφέκεςάφησες
έφυεςέφυγες
εχάθεςχάθηκες
’κ’δεν οὐκί<οὐχί
’κιδεν οὐκί<οὐχί
κλέφτεςκλέφτης
κλώσ̌κεταιγυρίζει, επιστρέφει
μαναχόςμοναχός, μόνος
μερών’μερώνει, ξημερώνει
ξανπάλι, ξανά
ομμάτι͜αμάτια
οπίσ’πίσω
παρώραςπρόωρα, παράκαιρα
ποίσον(προστ.) κάνε, φτιάξε ποιέω, ποιῶ
στείλον(προστ.) στείλε
χουλείμαιζεσταίνομαι, θερμαίνομαι
ψ̌ηψυχή
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλ.
άμονσαν, όπως, καθώς ἅμα
ας σ’(ας σου) από του, από τότε που/αφότου, (ας σο) από το/τα
ας σουαπό του, από τότε που/αφότου, από αυτό που
ατεναυτήν
ατσ̌άάραγε acep/ʿaceb
άψιμονφωτιά
εδώκεςέδωσες
έρ’ταιέρχεται
ετέρεσεςκοίταξες
έτερονάλλο, διαφορετικό
εφέκεςάφησες
έφυεςέφυγες
εχάθεςχάθηκες
’κ’δεν οὐκί<οὐχί
’κιδεν οὐκί<οὐχί
κλέφτεςκλέφτης
κλώσ̌κεταιγυρίζει, επιστρέφει
μαναχόςμοναχός, μόνος
μερών’μερώνει, ξημερώνει
ξανπάλι, ξανά
ομμάτι͜αμάτια
οπίσ’πίσω
παρώραςπρόωρα, παράκαιρα
ποίσον(προστ.) κάνε, φτιάξε ποιέω, ποιῶ
στείλον(προστ.) στείλε
χουλείμαιζεσταίνομαι, θερμαίνομαι
ψ̌ηψυχή
Άψιμον

Ποντιακός Στίχος - Pontian Lyrics 2025

Επικοινωνία: infoDUMMY@pontianlyrics.gr

Με την ευγενική χορηγία φιλοξενίας της IpHost