.
.
Ποντιακό γλέντι

Πυκνά-πυκνά ξυρίουμαι

Στιχουργοί: Παραδοσιακό
Συνθέτες: Παραδοσιακό
Πυκνά-πυκνά ξυρίουμαι
Στιχουργοί: Παραδοσιακό
Συνθέτες: Παραδοσιακό
fullscreen
Πυκνά-πυκνά ξυρίγουμαι
τεάμ’ θα εμορφύνω
Με τα μαχ̌αίρι͜α σπάγουμαι
εγώ εσέν ’κι αφήνω

Τον ουρανόν πώς έχτιζαν
αφκά στουλάρ’ ’κ’ εντούναν
Τη νισ̌αλού μ’ ντο έντριζαν
εμέν χαπάρ’ ’κ’ εδούν’ναν

Αναθεμά τη γενεά σ’
αλάι μαλάι το σόι σ’
Έκαψε και -ν- εμάντσε με
το σεβταλίν το πόι σ’
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλευση
αλάι μαλάιόλo/α μαζί, εξολοκλήρου alay malay
αφκάκάτω
γενεάγενιά
εδούν’νανέδιναν
εμάντσεμαύρισε/μουντζούρωσε από την καπνιά, κατέστρεψε, κατέκαψε μέχρι καπνιάς
εμορφύνωομορφαίνω
εντούνανχτυπούσαν, στερέωναν
έντριζανπάντρευαν, έψαχναν για άντρες (για γυναίκα)
’κ’δεν οὐκί<οὐχί
’κιδεν οὐκί<οὐχί
νισ̌αλούαρραβωνιαστικιά, σημαδεμένη nişanlı<nişān
ξυρίγουμαιξυρίζομαι
πόιύψος, μπόι (ανάστημα) boy
πυκνάπυκνά, συχνά
σεβταλίνερωτευμένο, ερωτοχτυπημένο sevdalı
σπάγουμαισφάζομαι
στουλάρ’στύλος που βαστάζει την στέγη οικίας, μτφ. στήριγμα
τεάμ’δήθεν, τάχα μη deyü (οθωμ. περιόδου)
χαπάρ’χαμπάρι, είδηση, μαντάτο haber/ḫaber
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλ.
αλάι μαλάιόλo/α μαζί, εξολοκλήρου alay malay
αφκάκάτω
γενεάγενιά
εδούν’νανέδιναν
εμάντσεμαύρισε/μουντζούρωσε από την καπνιά, κατέστρεψε, κατέκαψε μέχρι καπνιάς
εμορφύνωομορφαίνω
εντούνανχτυπούσαν, στερέωναν
έντριζανπάντρευαν, έψαχναν για άντρες (για γυναίκα)
’κ’δεν οὐκί<οὐχί
’κιδεν οὐκί<οὐχί
νισ̌αλούαρραβωνιαστικιά, σημαδεμένη nişanlı<nişān
ξυρίγουμαιξυρίζομαι
πόιύψος, μπόι (ανάστημα) boy
πυκνάπυκνά, συχνά
σεβταλίνερωτευμένο, ερωτοχτυπημένο sevdalı
σπάγουμαισφάζομαι
στουλάρ’στύλος που βαστάζει την στέγη οικίας, μτφ. στήριγμα
τεάμ’δήθεν, τάχα μη deyü (οθωμ. περιόδου)
χαπάρ’χαμπάρι, είδηση, μαντάτο haber/ḫaber
Πυκνά-πυκνά ξυρίουμαι

Ποντιακός Στίχος - Pontian Lyrics 2025

Επικοινωνία: infoDUMMY@pontianlyrics.gr

Με την ευγενική χορηγία φιλοξενίας της IpHost