.
.
Σεβταλοδαρμένον

Ζαέρ εκαταρέθε με

Στιχουργοί: Παραδοσιακό
Συνθέτες: Παραδοσιακό
Ζαέρ εκαταρέθε με
Στιχουργοί: Παραδοσιακό
Συνθέτες: Παραδοσιακό
fullscreen
Τα λίβι͜α και τ’ ομματόπα μ’
θαρρώ ντο είναι έναν
Τα λίβι͜α κλαίν’ τον ουρανόν
τ’ ομμάτι͜α για τ’ εσέναν

Μοθοπωρί’ όντες λιβών’
και πυκνοκαταστάζει
Ατέ η τρυγονίτσα μου
σεβνταλούκ’ ’κι χορτάζει

♫

Ζαέρ εκαταρέθε με
[ξαν] αούτος ο Θεός -ι
Να ψαλαφώ το φίλεμαν
[ξαν] αρ’ άμον γυρευός -ι

Πουλί μ’, άλλο μ’ ορκίσ̌κεσαι
[ξαν] σ’ εσέν Θεός ’κ’ επέμ’νεν
Οψέ το βράδον μετ’ εσέν,
[και] τρυγόνα μ’, ποίος έμ’νεν;

Ζινίχ̌’, πουλί μ’, θα ’ίνουμαι
[ξαν] ση γούλα σ’ να κρεμάντς με
Να έ͜εις με άμον φυλαχτόν
[ξαν] να φοάσαι γιάμ’ χάντς με
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλευση
άμονσαν, όπως, καθώς ἅμα
αούτοςαυτός
αρ’εισάγει ή τονίζει πρόταση με ποικίλες σημασιολογικές αποχρώσεις: λοιπόν, άρα, έτσι, επομένως, δηλαδή, τέλος πάντων, τώρα, άντε, με χροιά παρότρυνσης ή επίγνωσης, όπως το τουρκ. ha ἄρα
ατέαυτή
βράδονβράδυ
γιάμ’μήπως, ή μη ya/yā + μη
γούλαλαιμός gula
γυρευόςεπαίτης, ζητιάνος
έ͜ειςέχεις
εκαταρέθεκαταράστηκε
έμ’νενδιανυκτέρευσε
επέμ’νεναπόμεινε
ζαέρως φαίνεται, προφανώς, μάλλον zahiren<zahir/ẓāhir
ζινίχ̌’κόσμημα, στολίδι ziynet/zīnet
’ίνουμαιγίνομαι
’κ’δεν οὐκί<οὐχί
’κιδεν οὐκί<οὐχί
κρεμάντςκρεμάς
λίβι͜ασύννεφα λίβος<λείβω
λιβών’συννεφιάζει λίβος<λείβω
μετ’μαζί με (με αιτιατική), με (τρόπος)
μοθοπωρί’φθινόπωρο καιρό
ξανπάλι, ξανά
ομμάτι͜αμάτια
ομματόπαματάκια
όντεςόταν
ορκίσ̌κεσαιορκίζεσαι
οψέχθες
ποίος(ερωτημ.) ποιός, (αναφ.αντων.) όποιος
σεβνταλούκ’έρωτας sevdalık
τρυγόνατο πουλί τρυγόνι, χαϊδευτική προσφώνηση γυναίκας
τρυγονίτσα(υποκορ.) το πουλί τρυγόνι, χαϊδευτική προσφώνηση γυναίκας
φίλεμανφιλί
φοάσαιφοβάσαι
χάντςχάνεις, παύεις να έχεις, διώχνεις
χορτάζειχορταίνει
ψαλαφώζητώ, αιτούμαι
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλ.
άμονσαν, όπως, καθώς ἅμα
αούτοςαυτός
αρ’εισάγει ή τονίζει πρόταση με ποικίλες σημασιολογικές αποχρώσεις: λοιπόν, άρα, έτσι, επομένως, δηλαδή, τέλος πάντων, τώρα, άντε, με χροιά παρότρυνσης ή επίγνωσης, όπως το τουρκ. ha ἄρα
ατέαυτή
βράδονβράδυ
γιάμ’μήπως, ή μη ya/yā + μη
γούλαλαιμός gula
γυρευόςεπαίτης, ζητιάνος
έ͜ειςέχεις
εκαταρέθεκαταράστηκε
έμ’νενδιανυκτέρευσε
επέμ’νεναπόμεινε
ζαέρως φαίνεται, προφανώς, μάλλον zahiren<zahir/ẓāhir
ζινίχ̌’κόσμημα, στολίδι ziynet/zīnet
’ίνουμαιγίνομαι
’κ’δεν οὐκί<οὐχί
’κιδεν οὐκί<οὐχί
κρεμάντςκρεμάς
λίβι͜ασύννεφα λίβος<λείβω
λιβών’συννεφιάζει λίβος<λείβω
μετ’μαζί με (με αιτιατική), με (τρόπος)
μοθοπωρί’φθινόπωρο καιρό
ξανπάλι, ξανά
ομμάτι͜αμάτια
ομματόπαματάκια
όντεςόταν
ορκίσ̌κεσαιορκίζεσαι
οψέχθες
ποίος(ερωτημ.) ποιός, (αναφ.αντων.) όποιος
σεβνταλούκ’έρωτας sevdalık
τρυγόνατο πουλί τρυγόνι, χαϊδευτική προσφώνηση γυναίκας
τρυγονίτσα(υποκορ.) το πουλί τρυγόνι, χαϊδευτική προσφώνηση γυναίκας
φίλεμανφιλί
φοάσαιφοβάσαι
χάντςχάνεις, παύεις να έχεις, διώχνεις
χορτάζειχορταίνει
ψαλαφώζητώ, αιτούμαι
Ζαέρ εκαταρέθε με

Ποντιακός Στίχος - Pontian Lyrics 2025

Επικοινωνία: infoDUMMY@pontianlyrics.gr

Με την ευγενική χορηγία φιλοξενίας της IpHost