.
.
Όλον τον κόσμον εγύρτσα

Έπαρ’ τη λύρα λυριτσ̌ή

Έπαρ’ τη λύρα λυριτσ̌ή
fullscreen
Τη λύρας γλυκολάλεμαν
ση τοξαρί’ τη στράταν
Τ’ ορμάνια αντιβόεσαν,
όλα τα θαλασσάκρι͜α

Έπαρ’ τη λύρα, λυριτσ̌ή,
έπαρ’ και το τοξάρι
Σύρον δεξι͜ά, σύρον ζεβρι͜ά,
του Πόντου παλληκάρι

Τα πέντε χρυσοδάχτυλα σ’
χορεύ’νε απάν’ σα κόρδας
Τα παραθύρια ακράνοιχτα,
ενοίγ̆ανε τα πόρτας

Φυσά αέρας παρχαρί’,
θροΐζ’νε τα δεντρόπα
Η λύρα ’γλυκολάλεσεν
απάν’ σα παρχαρόπα
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλευση
ακράνοιχταμισάνοιχτα
απάν’πάνω
γλυκολάλεμανγλυκολάλημα
δεντρόπαδεντράκια
ενοίγ̆ανεάνοιξαν
έπαρ’(προστ.) πάρε
ζεβρι͜άαριστερά
θαλασσάκρι͜αοι ακροθαλασσιές, τα ακρογιάλια
θροΐζ’νεθροΐζουν
κόρδαςχορδές
ορμάνιαδάση orman
παρχαρί’θερινού βοσκότοπου (παρχαριού)
παρχαρόπαορεινοί τόποι θερινής βοσκής παρχάρια + -οπα (υποκορ.)
πόρτας(ονομ.πληθ.) πόρτες porta
σύρον(προστ.) σύρε, τράβα, ρίξε
τοξαρί’δοξαριού
χορεύ’νεχορεύουν
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλ.
ακράνοιχταμισάνοιχτα
απάν’πάνω
γλυκολάλεμανγλυκολάλημα
δεντρόπαδεντράκια
ενοίγ̆ανεάνοιξαν
έπαρ’(προστ.) πάρε
ζεβρι͜άαριστερά
θαλασσάκρι͜αοι ακροθαλασσιές, τα ακρογιάλια
θροΐζ’νεθροΐζουν
κόρδαςχορδές
ορμάνιαδάση orman
παρχαρί’θερινού βοσκότοπου (παρχαριού)
παρχαρόπαορεινοί τόποι θερινής βοσκής παρχάρια + -οπα (υποκορ.)
πόρτας(ονομ.πληθ.) πόρτες porta
σύρον(προστ.) σύρε, τράβα, ρίξε
τοξαρί’δοξαριού
χορεύ’νεχορεύουν
Έπαρ’ τη λύρα λυριτσ̌ή

Ποντιακός Στίχος - Pontian Lyrics 2025

Επικοινωνία: infoDUMMY@pontianlyrics.gr

Με την ευγενική χορηγία φιλοξενίας της IpHost