.
.
Ση παλαιών τη στράταν

Είπα σε το τερτόπο μ’

Στιχουργοί: Παραδοσιακό
Συνθέτες: Παραδοσιακό
Είπα σε το τερτόπο μ’
Στιχουργοί: Παραδοσιακό
Συνθέτες: Παραδοσιακό
fullscreen
Είπα σε το τερτόπο μου
αρ’ είπα σε το χάλι μ’
Πας̌ κι είπα σε έπαρ’ το νου μ’,
τ’ ακούλ’ ας σο κιφάλι μ’;

Πουλόπο μ’, ντ’ άγνα έτρεχα
και ντ’ άγνα εγληγόρ’να
’Κείνον το βράδον έγρασα
τα τσ̌αρούχ̌ι͜α ντ’ εφόρ’να

Απάν’ σα ποδαρέας ι-σ’,
πουλί μ’, θα πάω χάμαι
Κανείς πα μ’ εγροικούν ατο
το σεβντι͜αλούκ’ ντ’ ευτάμε

Εφύσεσεν αγράνεμον
και -ν- έσ’κωσεν τα τόζι͜α
Γουρπάν’ εγώ να ’ίνουμαι
σ’ ομματόπα σ’ τα πόζι͜α
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλευση
αγράνεμονάγριος άνεμος
ακούλ’μυαλό akıl
απάν’πάνω
αρ’εισάγει ή τονίζει πρόταση με ποικίλες σημασιολογικές αποχρώσεις: λοιπόν, άρα, έτσι, επομένως, δηλαδή, τέλος πάντων, τώρα, άντε, με χροιά παρότρυνσης ή επίγνωσης, όπως το τουρκ. ha ἄρα
ας σοαπ’ το ασό σο (από το)
βράδονβράδυ
γουρπάν’θυσία kurban/ḳurbān
εγληγόρ’ναβιαζόμουν
έγρασαέφθαρα, έλιωσα γράνω/γραίνω (=ροκανίζω, κατατρώγω)
εγροικούνκαταλαβαίνουν
έπαρ’(προστ.) πάρε
έσ’κωσενσήκωσε
ευτάμεκάνουμε, φτιάχνουμε εὐθειάζω
εφόρ’ναφορούσα
εφύσεσενφύσηξε
’ίνουμαιγίνομαι
κιφάλικεφάλι
ντ’ άγνατι περίεργα; τι αλλόκοτα; τι αξιοθαύμαστα;
ομματόπαματάκια
παπάλι, επίσης, ακόμα
πας̌μήπως, μπας και, είναι δυνατόν, μην τύχει (και) μήν πᾶς
ποδαρέαςπατημασιές, χνάρια
πόζι͜αγκρίζα, σταχτιά boz
πουλόποπουλάκι
σεβντι͜αλούκ’έρωτας sevdalık
τερτόποκαημό, βάσανο, στενοχώρια dert + -όπον (υποκορ.)
τόζι͜ασκόνες toz
χάμαιχάνομαι, μτφ. πεθαίνω
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλ.
αγράνεμονάγριος άνεμος
ακούλ’μυαλό akıl
απάν’πάνω
αρ’εισάγει ή τονίζει πρόταση με ποικίλες σημασιολογικές αποχρώσεις: λοιπόν, άρα, έτσι, επομένως, δηλαδή, τέλος πάντων, τώρα, άντε, με χροιά παρότρυνσης ή επίγνωσης, όπως το τουρκ. ha ἄρα
ας σοαπ’ το ασό σο (από το)
βράδονβράδυ
γουρπάν’θυσία kurban/ḳurbān
εγληγόρ’ναβιαζόμουν
έγρασαέφθαρα, έλιωσα γράνω/γραίνω (=ροκανίζω, κατατρώγω)
εγροικούνκαταλαβαίνουν
έπαρ’(προστ.) πάρε
έσ’κωσενσήκωσε
ευτάμεκάνουμε, φτιάχνουμε εὐθειάζω
εφόρ’ναφορούσα
εφύσεσενφύσηξε
’ίνουμαιγίνομαι
κιφάλικεφάλι
ντ’ άγνατι περίεργα; τι αλλόκοτα; τι αξιοθαύμαστα;
ομματόπαματάκια
παπάλι, επίσης, ακόμα
πας̌μήπως, μπας και, είναι δυνατόν, μην τύχει (και) μήν πᾶς
ποδαρέαςπατημασιές, χνάρια
πόζι͜αγκρίζα, σταχτιά boz
πουλόποπουλάκι
σεβντι͜αλούκ’έρωτας sevdalık
τερτόποκαημό, βάσανο, στενοχώρια dert + -όπον (υποκορ.)
τόζι͜ασκόνες toz
χάμαιχάνομαι, μτφ. πεθαίνω
Είπα σε το τερτόπο μ’

Ποντιακός Στίχος - Pontian Lyrics 2025

Επικοινωνία: infoDUMMY@pontianlyrics.gr

Με την ευγενική χορηγία φιλοξενίας της IpHost