.
.
Κιμιγιάν

Τ’ οσπίτι σ’ ετριγύλιζα

Στιχουργοί: Παραδοσιακό
Συνθέτες: Παραδοσιακό
Τ’ οσπίτι σ’ ετριγύλιζα
Στιχουργοί: Παραδοσιακό
Συνθέτες: Παραδοσιακό
fullscreen
Τ’ οσπίτι σ’ ετριγύλιζα
κι εκράτ’να ’ς σα κεράνι͜α [γιαρ]
Εσύ την πόρτα σ’ ’κ’ ένοιες
κι έτρωγα τα ποράνι͜α [γιαρ]

Τ’ οσπίτι σ’ και τ’ οσπιτόπο μ’
να έσαν γιαν-γιανά -ι [γιαρ]
’Κι θ’ ετυρά̤ννιζες εμέν
αρ’ ατόσον πολλά -ι [γιαρ]

Έβγα οξ̌ωκά ας ελέπω σε,
αρ’ έμπα απέσ’ και κλείδα [γιαρ]
[και -ν-] αν ερωτά σε η μανίκα σ’
πέ’ ατεν «καν’νάν ’κ’ είδα» [γιαρ]

Έβγα οξ̌ωκά και -ν- έλεπον
και τέρεν ποίος έρθεν, [γιαρ]
ποίος καρίπ’ς και -ν- άχαρος
ση μαχαλά σ’ ευρέθεν! [γιαρ]
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλευση
απέσ’μέσα
αρ’εισάγει ή τονίζει πρόταση με ποικίλες σημασιολογικές αποχρώσεις: λοιπόν, άρα, έτσι, επομένως, δηλαδή, τέλος πάντων, τώρα, άντε, με χροιά παρότρυνσης ή επίγνωσης, όπως το τουρκ. ha ἄρα
ατεναυτήν
ατόσοντόσο
γιαν-γιανάπλάι-πλάι, ο ένας δίπλα στον άλλον yan yana
γιαραγαπητός/ή/ό, αγάπη yâr
έβγα(προστ.) βγες
εκράτ’νακρατούσα
έλεπονδες
ελέπωβλέπω
έμπα(προστ.) μπες
ένοιεςάνοιγες
έρθενήρθε
ερωτάρωτάει
έσανήταν
ετριγύλιζατριγύριζα, περιτριγύριζα
ευρέθενβρέθηκε
’κ’δεν οὐκί<οὐχί
καν’νάνκανέναν
καρίπ’ςξένος, μοναχικός, φτωχός, ανήμπορος / (αιτ. πληθ.) ξένους, μοναχικούς, φτωχούς, ανήμπορους garip/ġarīb
κεράνι͜απάσσαλοι περίφραξης κήπου գերան (geran)=κορμός δέντρου/δοκάρι
’κιδεν οὐκί<οὐχί
κλείδα(προστ.) κλείδωσε κτ με κλειδαριά, κλείσε
μανίκαμανούλα
μαχαλάγειτονιά mahalle/maḥalle
οξ̌ωκάέξω
οσπίτισπίτι hospitium<hospes
οσπιτόποσπιτάκι hospitium<hospes + -όπον
πέ’(προστ.) πες
ποίος(ερωτημ.) ποιός, (αναφ.αντων.) όποιος
πολλά(επίθ.) πολλά, (επίρρ.) πολύ
ποράνι͜αμπόρες, καταιγίδες boran<βενετ. bora<λατ. Boreas <Βορέας (αντιδάνειο)
’ς(ας) από
τέρεν(προστ.) κοίταξε
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλ.
απέσ’μέσα
αρ’εισάγει ή τονίζει πρόταση με ποικίλες σημασιολογικές αποχρώσεις: λοιπόν, άρα, έτσι, επομένως, δηλαδή, τέλος πάντων, τώρα, άντε, με χροιά παρότρυνσης ή επίγνωσης, όπως το τουρκ. ha ἄρα
ατεναυτήν
ατόσοντόσο
γιαν-γιανάπλάι-πλάι, ο ένας δίπλα στον άλλον yan yana
γιαραγαπητός/ή/ό, αγάπη yâr
έβγα(προστ.) βγες
εκράτ’νακρατούσα
έλεπονδες
ελέπωβλέπω
έμπα(προστ.) μπες
ένοιεςάνοιγες
έρθενήρθε
ερωτάρωτάει
έσανήταν
ετριγύλιζατριγύριζα, περιτριγύριζα
ευρέθενβρέθηκε
’κ’δεν οὐκί<οὐχί
καν’νάνκανέναν
καρίπ’ςξένος, μοναχικός, φτωχός, ανήμπορος / (αιτ. πληθ.) ξένους, μοναχικούς, φτωχούς, ανήμπορους garip/ġarīb
κεράνι͜απάσσαλοι περίφραξης κήπου գերան (geran)=κορμός δέντρου/δοκάρι
’κιδεν οὐκί<οὐχί
κλείδα(προστ.) κλείδωσε κτ με κλειδαριά, κλείσε
μανίκαμανούλα
μαχαλάγειτονιά mahalle/maḥalle
οξ̌ωκάέξω
οσπίτισπίτι hospitium<hospes
οσπιτόποσπιτάκι hospitium<hospes + -όπον
πέ’(προστ.) πες
ποίος(ερωτημ.) ποιός, (αναφ.αντων.) όποιος
πολλά(επίθ.) πολλά, (επίρρ.) πολύ
ποράνι͜αμπόρες, καταιγίδες boran<βενετ. bora<λατ. Boreas <Βορέας (αντιδάνειο)
’ς(ας) από
τέρεν(προστ.) κοίταξε
Τ’ οσπίτι σ’ ετριγύλιζα

Ποντιακός Στίχος - Pontian Lyrics 2025

Επικοινωνία: infoDUMMY@pontianlyrics.gr

Με την ευγενική χορηγία φιλοξενίας της IpHost