.
.
Κιμιγιάν

Τερώ, τερώ ολόερα

Στιχουργοί: Παραδοσιακό
Συνθέτες: Παραδοσιακό
Τερώ, τερώ ολόερα
Στιχουργοί: Παραδοσιακό
Συνθέτες: Παραδοσιακό
fullscreen
Τερώ, τερώ ολόερα,
τερώ ση γειτονία σ’
Τερώ, πουθέν ’κ’ ελέπω σε,
κλαίω από καρδίας
 
Βραδύν’ κι εγώ παρακαλώ
πότε θ’ ανοί͜ει η μέρα!
Όντες δι͜αβαίντς να ελέπω σε
και να φυσά με αέραν
 
Θα ’κχ̌ύνω δάκρυ͜α θλιβερά
τα φύλλα να μαραίν’νταν
και τα κλαδία του δεντρού
κι εκείνα να ξεραίν’νταν
 
Απάν’ σην πόρταν σ’ έστεκες,
πάντα εμέν ετέρ’νες!
Εμέν όντες ’κ’ εγάπανες,
το μαντίλι μ’ ντ’ εθέλ’νες;
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλευση
ανοί͜ειανοίγει
απάν’πάνω
βραδύν’βραδιάζει
δεντρούδέντρου
δι͜αβαίντς(για τόπο) περνάς, διασχίζεις, (για χρόνο) περνάς διαβαίνω
εγάπανεςαγαπούσες
εθέλ’νεςήθελες
ελέπωβλέπω
ετέρ’νεςκοιτούσες
’κ’δεν οὐκί<οὐχί
καρδίας(τη, γεν.) καρδιάς, (τα, ονομ. πληθ.) καρδιές
’κχ̌ύνωεκχύνω, χύνω, εκβάλλω εκχύνω<ἐγχέω< ἐν + χέω
μαραίν’ντανμαραίνονται
ξεραίν’ντανξεραίνονται
ολόεραολόγυρα
όντεςόταν
πουθένπουθενά
τερώκοιτώ
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλ.
ανοί͜ειανοίγει
απάν’πάνω
βραδύν’βραδιάζει
δεντρούδέντρου
δι͜αβαίντς(για τόπο) περνάς, διασχίζεις, (για χρόνο) περνάς διαβαίνω
εγάπανεςαγαπούσες
εθέλ’νεςήθελες
ελέπωβλέπω
ετέρ’νεςκοιτούσες
’κ’δεν οὐκί<οὐχί
καρδίας(τη, γεν.) καρδιάς, (τα, ονομ. πληθ.) καρδιές
’κχ̌ύνωεκχύνω, χύνω, εκβάλλω εκχύνω<ἐγχέω< ἐν + χέω
μαραίν’ντανμαραίνονται
ξεραίν’ντανξεραίνονται
ολόεραολόγυρα
όντεςόταν
πουθένπουθενά
τερώκοιτώ
Τερώ, τερώ ολόερα

Ποντιακός Στίχος - Pontian Lyrics 2025

Επικοινωνία: infoDUMMY@pontianlyrics.gr

Με την ευγενική χορηγία φιλοξενίας της IpHost