.
.
Το θάμαν

Σου Κιοζ-Τεπέ τ’ ορμία

Στιχουργοί: Παραδοσιακό
Συνθέτες: Παραδοσιακό
Σου Κιοζ-Τεπέ τ’ ορμία
Στιχουργοί: Παραδοσιακό
Συνθέτες: Παραδοσιακό
fullscreen
Έπαρ’ εσύ τα πρόατα,
ας παίρω εγώ τ’ αρνία
κι πάμε ανταμώνομε
σου Κιοζ-Τεπέ τ’ ορμία

Εκεί θα χτίζομε καλύβ’
κι ας σα ζυγούδι͜α στρώμαν
Εκεί φυτρών’νε ’μάραντα
και σκουτουλίζ’ το χώμαν

Εκεί πουλία κελαηδούν,
εκεί πάν’ ζευγαρούνταν
Τα τέρτι͜α και τα βάσανα
όλι͜α εκεί λαρούνταν

Όλιον την μέραν σα ψηλά
το βράδον σα καλύβι͜α
Εκεί ο φέγγον παρλαεύ’,
πουθέν ’κι φαίν’νταν λίβι͜α

Εξέβα απάν’ σο Κιοζ-Τεπέ
είδα -ν- αφκά τον κάμπον
Εσύ ισ̌μάρ’ εποίν’νες με
με το λετσ̌έκ’ σ’ το μαύρον
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλευση
ανταμώνομεανταμώνουμε
απάν’πάνω
ας σααπ’ τα ασό σα (από τα)
αφκάκάτω
βράδονβράδυ
εξέβαβγήκα, ανέβηκα, μτφ. προέκυψα
έπαρ’(προστ.) πάρε
εποίν’νεςέκανες, έφτιαχνες ποιέω-ῶ
ζευγαρούντανζευγαρώνονται
ζυγούδι͜α(ζυγούδ’) πυκνή βελονόφυλλη πόα του βουνού και κατ’ επέκταση το πυκνό βελονόφυλλο γρασίδι που καλύπτει μια έκταση
ισ̌μάρ’νεύμα, νόημα işmar/նշմար
’κιδεν οὐκί<οὐχί
λαρούντανγιατρεύονται, θεραπεύονται
λετσ̌έκ’γυναικείο μαντίλι που χρησίμευε ως κάλυμμα κεφαλής δεμένο σε σχήμα τριγώνου leçek<laçak
λίβι͜ασύννεφα λίβος<λείβω
’μάραντα(επιστ. Helichrysum stoechas) τα αγριολούλουδα ελίχρυσος ο πολύτιμος
όλιονόλο, ολόκληρο
ορμίαρυάκια, ρεματιές
παίρωπαίρνω
παρλαεύ’λάμπει, λαμποκοπά parlamak
πουθένπουθενά
πρόαταπρόβατα
σκουτουλίζ’ευωδιάζει, μοσχοβολάει
τεπέκορυφή tepe
τέρτι͜ακαημοί, βάσανα, στενοχώριες dert
φαίν’ντανφαίνονται
φέγγονφεγγάρι
φυτρών’νεφυτρώνουν
χτίζομεχτίζουμε
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλ.
ανταμώνομεανταμώνουμε
απάν’πάνω
ας σααπ’ τα ασό σα (από τα)
αφκάκάτω
βράδονβράδυ
εξέβαβγήκα, ανέβηκα, μτφ. προέκυψα
έπαρ’(προστ.) πάρε
εποίν’νεςέκανες, έφτιαχνες ποιέω-ῶ
ζευγαρούντανζευγαρώνονται
ζυγούδι͜α(ζυγούδ’) πυκνή βελονόφυλλη πόα του βουνού και κατ’ επέκταση το πυκνό βελονόφυλλο γρασίδι που καλύπτει μια έκταση
ισ̌μάρ’νεύμα, νόημα işmar/նշմար
’κιδεν οὐκί<οὐχί
λαρούντανγιατρεύονται, θεραπεύονται
λετσ̌έκ’γυναικείο μαντίλι που χρησίμευε ως κάλυμμα κεφαλής δεμένο σε σχήμα τριγώνου leçek<laçak
λίβι͜ασύννεφα λίβος<λείβω
’μάραντα(επιστ. Helichrysum stoechas) τα αγριολούλουδα ελίχρυσος ο πολύτιμος
όλιονόλο, ολόκληρο
ορμίαρυάκια, ρεματιές
παίρωπαίρνω
παρλαεύ’λάμπει, λαμποκοπά parlamak
πουθένπουθενά
πρόαταπρόβατα
σκουτουλίζ’ευωδιάζει, μοσχοβολάει
τεπέκορυφή tepe
τέρτι͜ακαημοί, βάσανα, στενοχώριες dert
φαίν’ντανφαίνονται
φέγγονφεγγάρι
φυτρών’νεφυτρώνουν
χτίζομεχτίζουμε
Σου Κιοζ-Τεπέ τ’ ορμία

Ποντιακός Στίχος - Pontian Lyrics 2025

Επικοινωνία: infoDUMMY@pontianlyrics.gr

Με την ευγενική χορηγία φιλοξενίας της IpHost